Λεξικό εννοιών και όρων

Μπορείτε να κατεβάσετε όλο το λεξικό σε PDF μορφή ή να ανατρέξετε στο ευρετήριο όρων που ακολουθεί:

Λεξικό όρων

There are currently 130 όροι in this directory
Α

Αλλούβια (αλλουβιακές αποθέσεις)
Συσσωρευμένα υλικά που στο γεωλογικό παρελθόν έχουν μεταφερθεί από έναν ποταμό ή χείμαρρο. Τα αλλούβια αποτελούν αποθέσεις σε επίπεδες σχετικά περιοχές που διακρίνονται εύκολα, δεδομένου ότι συγκεντρώνονται στις κοίτες των ποταμών και των χείμαρρων ή στις πεδινές εκτάσεις. Τα υλικά αυτά περιλαμβάνουν χαλαρά ιζήματα, όπως χαλαρούς άμμους, αργίλους, ιλύ, χαλίκια. Τρία είδη αλλουβιακών αποθέσεων αποτελούν συνήθη μητρικά υλικά για εδαφογένεση: κώνοι αποθέσεως που σχηματίζουν αλλουβιακά ριπίδια (alluvial fans), πλημμυρικές ζώνες (floodplains) και δέλτα ποταμών (deltas).

Αλλουβιακά ριπίδια
Δύο κατηγορίες:

α. Κωνικές, ακτινικές αποθέσεις φερτών υλικών, οι οποίες αναπτύσσονται σε θέση απότομης αλλαγής του ανάγλυφου, στο σημείο όπου λαμβάνει χώρα το άνοιγμα μιας ορεινής κοιλάδας. Ροές ιζημάτων και νερού, από το κανάλι τροφοδοσίας (feeder canyon), διασκορπίζονται ακτινικά χάνοντας την ενέργειά τους και αποτίθενται («ριπίδιο» σημαίνει βεντάλια) (βλ. Εικόνα δεξιά).

β. Όταν ένα ρέμα από τα ορεινά περιέλθει σε περιοχή σχετικά ομαλού αναγλύφου, η ταχύτητα ροής μειώνεται απότομα και τα μεταφερόμενα ιζήματα αποτίθενται απότομα, με τη μορφή αλλουβιακού ριπιδίου. Καθώς η ταχύτητα ροής του ρέματος συνεχίζει να μειώνεται, η ελεύθερη ροή δυσχεραίνει και το ρέμα διαιρείται.




Σχηματική απεικόνιση της μορφολογίας ενός αλλουβιακού ριπιδίου (Πηγή: μετατροπή από www3.nd.edu).



Αναβαθμίδα (ποτάμια) (river terraces)

Ο μορφολογικός σχηματισμός της επιφάνειας της γης, ο οποίος αποτελείται από μια σχεδόν επίπεδη επιφάνεια που διακόπτεται από ένα απότομο μέτωπο. Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά μιας αναβαθμίδας χωρίζονται σε αυτά της επιφάνειας της αναβαθμίδας και αυτά του μετώπου (Βουβαλίδης Κ, 2011), (βλ. Εικόνα αριστερά).

Οι ποτάμιες αναβαθμίδες είναι τοπογραφικές επιφάνειες που αντιστοιχούν σε παλαιότερες επιφάνειες του πυθμένα της κοιλάδας. Χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, στις αναβαθμίδες απόθεσης και στις αναβαθμίδες διάβρωσης. Οι αναβαθμίδες απόθεσης δημιουργούνται όταν προηγηθεί μια περίοδος πρόσχωσης της κοίτης του ποταμού με φερτά υλικά που μεταφέρει και στη συνέχεια ακολουθήσει μια περίοδος απομάκρυνσής τους με ταυτόχρονη κατά βάθος διάβρωση. Οι αναβαθμίδες διάβρωσης δημιουργούνται όταν οι παράγοντες που προκαλούν την κατά βάθος διάβρωση ενεργοποιούνται σταδιακά (βλ. Εικόνες).



Εικόνα: Κάθετη τοπογραφική τομή του αποτελέσματος της κατά βάθος διάβρωσης από τη ροή των ρευμάτων (Πηγή: μετατροπή από Stream Corridor Restoration, 1998).


Ανάγλυφο (γης)
Η μορφή της επιφάνειας της γης. Περιλαμβάνει το ηπειρωτικό (δημιουργείται από τον κατακόρυφο και τον οριζόντιο διαμελισμό) και το υποθαλάσσιο ανάγλυφο (ανωμαλίες του βυθού των θαλασσών και των ωκεανών).

Ανάντη ποταμού
(στα) Ανάντη του ποταμού: Το τμήμα του ποταμού από το σημείο που βρισκόμαστε και προς τις πηγές. Σε κάθε ποταμό διακρίνουμε τον άνω, τον μέσο και τον κάτω ρου.

Ανάχωμα τεχνητό
Είναι επίμηκες τεχνητό φράγμα αποτελούμενο από χώμα. Βρίσκεται, συνήθως, παράλληλα στον ρου ενός ποταμού ή κατά μήκος επίπεδης ακτογραμμής. Ο κύριος στόχος των τεχνητών αναχωμάτων είναι η πρόληψη πλημμυρών στις γειτονικές εκτάσεις και η επιβράδυνση των φυσικών αλλαγών στον ρου μιας υδάτινης οδού. Πέρα από τα μόνιμα αναχώματα, μπορούν να κατασκευαστούν και έκτακτα αναχώματα, π.χ. από αμμόσακους (βλ. Εικόνα).


Ανάχωμα φυσικό


Μορφολογικός σχηματισμός που δημιουργείται στα όρια της κοίτης του ποταμού, από την απόθεση ιζηματογενών υλικών μεταφοράς των υδάτων, κατόπιν αλλεπάλληλων πλημμυρικών επεισοδίων (βλ. Εικόνες).

 

   

 



 

 

 

Διαδικασία σχηματισμού
των φυσικών αναχωμάτων
στις όχθες των ρεμάτων

(Πηγή : μετατροπή από
The McGraw Hill Companies Inc.)


 

 

Ανθεκτικότητα (Resilience)
Είναι η ικανότητα ενός συστήματος, μιας κοινότητας ή μιας κοινωνίας που βρίσκονται εκτεθειμένα σε κίνδυνο, να αντέχουν, να απορροφούν, να αφομοιώνουν και να ανακάμπτουν από τις επιπτώσεις των κινδύνων µε τρόπο γρήγορο και αποτελεσματικό. Αυτό περιλαμβάνει τη συντήρηση και αποκατάσταση των σημαντικών δομών και λειτουργιών. Η ανθεκτικότητα μιας κοινότητας αναφορικά µε ενδεχόμενους κινδύνους προσδιορίζεται από τον βαθμό στον οποίο η κοινότητα διαθέτει τους απαραίτητους πόρους και την ικανότητα να αυτοδιοργανώνεται πριν και κατά την περίοδο έκτακτης ανάγκης (UNISDR, 2009).

Αντιπλημμυρικά έργα (έργα ανάσχεσης πλημμυρών)
Τα έργα  που γίνονται για την προστασία από τις πλημμύρες σε όλη τη λεκάνη απορροής του ποταμού (δεδομένου ότι τα τοπικά μέτρα προστασίας που λαμβάνονται σε ένα μέρος μπορεί να έχουν έμμεσο αντίκτυπο στις ανάντη και κατάντη περιοχές), ώστε (α) να διαφοροποιήσουν την πλημμύρα, (β) να μειώσουν την ευπάθεια σε πλημμύρα και (γ) να μειώσουν την επίδραση της πλημμύρας.

Εικόνες ποικίλων αντιπλημμυρικών έργων


Αξία (V)
Ζημίες που προκλήθηκαν από ένα συμβάν  μιας ορισμένης έντασης και εκφράζεται με κοινωνικό - οικονομικούς όρους. Θεωρείται ο αριθμός των ατόμων, κατασκευών, το τμήμα της γης που χρησιμοποιείται και είναι εκτεθειμένα σε κίνδυνο (κινδυνεύουν).

Απογύμνωση
Το αποτέλεσμα όλων των διεργασιών που προκαλούν φθορά των επιφανειακών πετρωμάτων και ταπείνωση του μορφολογικού ανάγλυφου µε διαρκή μεταφορά των προϊόντων της διάβρωσης στη θάλασσα ή σε εσωτερικές λεκάνες. Με τον όρο κύκλος απογύμνωσης ονομάζουμε τα στάδια εξέλιξης του μορφολογικού ανάγλυφου μιας περιοχής, ως και την απότομη ανανέωσή της.

Αποκατάσταση - Ανασυγκρότηση
Αποκατάσταση των έργων υποδομής και των κτηριακών δομών της περιοχής που υπέστησαν ζημιές και θωράκιση της κοινωνίας από κινδύνους με έργα πρόληψης.

Απόκριση
Πρόκειται για δράσεις αμέσως πριν και αμέσως μετά τα καταστροφικά γεγονότα, που περιλαμβάνουν την αντίδραση, την προειδοποίηση και την έκτακτη ανακούφιση (Κουρούδη, 2015).

Απορροή (επιφανειακή)
Η κίνηση του νερού στην επιφάνεια του εδάφους με τη μορφή ρυακιών, ποταμών, χείμαρρων.

Απορροή πλημμυρική
Η συνολική ποσότητα του νερού που διαρρέει μια περιοχή κατά τη διάρκεια ενός πλημμυρικού φαινομένου. Περιλαμβάνει α) την άμεση απορροή που μπορεί να είναι επίγεια (το μέρος του νερού που κινείται πάνω στην επιφάνεια του εδάφους), ενδιάμεση (το μέρος του νερού που κινείται αμέσως κάτω από την επιφάνεια του εδάφους) και απευθείας (το μέρος του νερού που πέφτει απευθείας στην επιφάνεια του υδρογραφικού δικτύου και μετατρέπεται άμεσα σε επιφανειακή) και β) τη βασική ή υπόγεια που περιλαμβάνει το νερό που κινείται υπογείως και συμβάλλει στις κοίτες των ρεμάτων (βλ. Εικόνα στον όρο "Απορροοή ποταμού").

Απορροή ποταμού
Το συνολικό ποσό νερού που διαρρέει τον ποταμό. Διακρίνεται σε επιφανειακή (προέρχεται από τα κατακρημνίσματα) και σε βασική (προέρχεται από τα υπόγεια νερά δηλ. τις πηγές). Κατά τη διάρκεια της ξηρής περιόδου (καλοκαίρι για την Ελλάδα) η απορροή των ποταμών συντηρείται αποκλειστικά από τη βασική απορροή (πηγές).

Επίγεια, Ενδιάμεση, Απευθείας και Βασική (Υπόγεια) απορροή


Αποσάθρωση ή εξαλλοίωση
Το σύνολο των  διαδικασιών και φαινομένων  που προκαλούν την αποσύνθεση, τον θρυμματισμό και γενικά την καταστροφή και φθορά των πετρωμάτων. Τα πετρώματα μετατρέπονται από συνεκτικά και συμπαγή σε πολύ χαλαρά και κλαστικά. Οι  αποσαθρωτικές διαδικασίες έχουν στατικό χαρακτήρα και τα προϊόντα της αποσάθρωσης δεν υπόκεινται σε μεταφορά. Η αποσάθρωση προετοιμάζει το πέτρωμα για τη διάβρωση και σχηματίζει το έδαφος. Διακρίνεται σε φυσική (μηχανική) και σε χημική. Η μηχανική προκαλείται από τις μεταβολές της θερμοκρασίας, τη διαστολή του νερού κι άλλα φυσικά φαινόμενα. Η χημική προκαλείται κυρίως από το νερό, αλλά και την οξείδωση και τη διάλυση ορυκτών. Οι  κύριοι παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η αποσάθρωση είναι: α. Η γεωλογική δομή (είδος πετρωμάτων) της περιοχής β. Το κλίμα γ. Η τοπογραφία (ανάγλυφο και μορφές του) δ. Η βλάστηση της περιοχής (βλ. Εικόνες).


Αραγωνίτης
Μορφή ορυκτού του ανθρακικού ασβεστίου. Βρίσκεται σε μεταμορφωμένα (υψηλής πίεσης) πετρώματα, σε ιζηματογενή ανθρακικά και σαν επίστρωμα στην εσωτερική επιφάνεια μερικών οστράκων (μαλακόστρακα).

Ά

Άργιλος
Είναι ένας γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένυδρα αργιλιούχα φυλλοπυριτικά ορυκτά που περιέχουν διάφορες ποσότητες μετάλλων, μεταλλικών οξειδίων και οργανικών ενώσεων. Τα κεραμικά υλικά βασίζονται στο αργιλώδες χώμα, που είναι και η πρώτη ύλη της κατασκευής τους. Το αργιλώδες χώμα ή άργιλος προέρχεται από τη φθορά πετρωμάτων, κυρίως πυριτιούχων, εξαιτίας της παρουσίας ανθρακικών οξέων και άλλων διαλυτών. Άλλες αιτίες της διάβρωσης είναι η κίνηση του νερού και του αέρα στην ατμόσφαιρα, η διέλευση ενός ποταμού και σε μικρότερη κλίμακα κάποιες γεωλογικές αιτίες που προξένησαν πιέσεις και απότομες αυξομειώσεις της θερμοκρασίας στα πετρώματα. Τα πετρώματα διαλύονται σε πολύ λεπτά σωματίδια (σχεδόν σε μοριακή μορφή). Το μέγεθος των κόκκων της αργίλου διαφοροποιείται ανάλογα με την ποιότητα του υλικού. Τα βασικά συστατικά της αργίλου είναι το αργίλιο, το πυρίτιο και το νερό. Η ονομασία του είναι ένυδρο πυριτικό αργίλιο (Al2O3.2SiO3.2H2O). Η καθαρότερη μορφή αργίλου είναι ο καολίνης (βλ. Εικόνες κάτω). (https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%86%CF%81%CE%B3%CE%B9%CE%BB%CE%BF%CF%82)


Α

Ασβεστίτης
Μορφή ορυκτού του ανθρακικού ασβεστίου (CaCO3). Διαυγές και κρυσταλλικό με λευκή απόχρωση. Κύριο συστατικό του ασβεστόλιθου και του μαρμάρου. Η παραγωγή του μπορεί να προέλθει από την κατακρήμνιση πλούσιων διαλυμάτων  ανθρακικού ασβεστίου, ώστε να δημιουργηθούν σταλακτίτες και σταλαγμίτες των οποίων είναι κύριο συστατικό (βλ. Εικόνα κάτω).


Ασβεστόλιθος
Ιζηματογενές πέτρωμα πολύ συνηθισμένο στην Ελλάδα, που καλύπτει πάνω από το 1/4 της επιφάνειας και έχει κύριο συστατικό το ανθρακικό ασβέστιο (CaCO3). Οι περισσότεροι ασβεστόλιθοι έχουν σχηματιστεί από καθίζηση ανθρακικών αλάτων διαλυμένων στο νερό (χημικό ίζημα) ή και με τη συμμετοχή οργανικού υλικού, όπως όστρακα, σκελετοί φυτών και ζώων (βιοχημικό ίζημα).

Σημαντική είναι η δράση του νερού στα ασβεστολιθικά  πετρώματα: Το νερό της βροχής παίρνει διοξείδιο του άνθρακα (CO2) από τον αέρα και μετατρέπεται σε ασθενές οξύ (ανθρακικό οξύ) (H2CO3) που διαλύει τον ασβεστόλιθο και σχηματίζει το όξινο ανθρακικό ασβέστιο [Ca(HCO)3]. Η ουσία που προκύπτει απομακρύνεται με το νερό που συνεχίζει την πορεία του, κυκλοφορεί μέσα στη μάζα του ασβεστόλιθου διαμέσου ρωγμών και άλλων διόδων που τις ανοίγει, τις μεγαλώνει διαλύοντας συνεχώς το πέτρωμα και σχηματίζει ένα σύστημα υπόγειων αγωγών που λέγεται ΚΑΡΣΤ. Έτσι σχηματίζονται τα σπήλαια και οι σταλακτίτες-σταλαγμίτες μέσα σε αυτά, καθώς και οι καρστικές πηγές. Η οικονομική σημασία των ασβεστόλιθων είναι μεγάλη, γιατί χρησιμοποιείται ως οικοδομικό υλικό, καθώς και σαν πηγή παραγωγής ασβέστη και τσιμέντου (βλ. Εικόνα κάτω).


Ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα
Οι μορφές με τις οποίες το νερό πέφτει στο έδαφος προερχόμενο από την ατμόσφαιρα. Μπορεί να είναι είτε σε υγρή μορφή (βροχή, δροσιά, βροχοομίχλη), είτε σε στερεή (χαλάζι, χιόνι, πάχνη), είτε σε αέρια (υδρατμοί). Τα στερεά και υγρά κατακρημνίσματα ονομάζονται υετός.

Γ

Γεωμορφολογία
Κλάδος της Φυσικής Γεωγραφίας που εξετάζει τις συνθήκες διαμόρφωσης του ανάγλυφου, της εξέλιξής του και την κατανομή του στην υφήλιο, συνδυαστικά με τις κλιματικές και εδαφικές συνθήκες του γύρω χώρου, ως προϊόντα των αλληλεπιδράσεων των συνθηκών μεταξύ τους, χωρίς την επίδραση του ανθρώπου.

Δ

Δέλτα
Ζώνη, συνήθως με τρίγωνο σχήμα, που συγκεντρώνει τις ποτάμιες αποθέσεις ιζημάτων και βρίσκεται στο σημείο που το νερό του ποταμού φτάνει κοντά στη θάλασσα ή τη λίμνη (βλ. Εικόνα).


Διάβρωση του εδάφους
(αναφέρεται στη μετακίνηση-μεταφορά ήδη διαλυμένου υλικού): Αλλοίωση-καταστροφή των πετρωμάτων (κυρίως ιζηματογενών) και εδαφών από τη μετατόπιση και μεταφορά του υλικού τους από τα νερά (ποταμών, θάλασσας), τους ανέμους, την κίνηση των παγετώνων, τη βαρύτητα ή και από ζώντες οργανισμούς. Είναι μηχανική διαδικασία. Οι ποταμοί είναι οι πιο δραστικοί παράγοντες. Σχηματίζουν και διαμορφώνουν λόφους, κοιλάδες, κ.λπ., ενώ η ενέργεια των κυμάτων του θαλασσινού νερού διαμορφώνει τις ακτές. Η διάβρωση έχει σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις, γιατί αφαιρεί το χωμάτινο επίστρωμα του εδάφους. Η διάβρωση στο έδαφος διευκολύνεται από την έλλειψη ή εξαφάνιση (από διάφορες αιτίες) της βλάστησης. Παράγοντες που επηρεάζουν τη διάβρωση είναι: α. η ένταση της βροχής και το μέγεθος των σταγόνων της, β. η κάλυψη του εδάφους από φυτά (βλάστηση), γ. η κλίση των πλαγιών, δ. η κοκκομετρική σύνθεση του εδάφους και το ποσοστό του οργανικού υλικού. Είδη διάβρωσης είναι: η επιφανειακή, η χαραδρωτική και η διάβρωση σε ποταμούς.

Είδη διάβρωσης



Εικόνες διάβρωσης





Σημείωση:
α) Η διάβρωση και η αποσάθρωση είναι δυο ανεξάρτητες διαδικασίες,
β) Ο στόχος και των δυο είναι ο μετασχηματισμός της τοπογραφικής επιφάνειας (ανάγλυφου) και
γ) Μπορεί μια αποσάθρωση να μην τη διαδέχεται η διάβρωση.

Διαχείριση κινδύνων πλημμυρών
Οι πρακτικές που αφορούν τον εκ των προτέρων εντοπισμό, την ανάλυση και τον περιορισμό των κινδύνων πλημμυρών, έχοντας στο επίκεντρο τα εξής στοιχεία: (https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)
  • Πρόληψη: αποτροπή ζημιών που οφείλονται σε πλημμύρες, π.χ. με την απαγόρευση της οικοδόμησης σε περιοχές επιρρεπείς σε πλημμύρες.
  • Προστασία: λήψη μέτρων για τη μείωση της πιθανότητας πλημμυρών ή των επιπτώσεων των πλημμυρών σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία, όπως η αποκατάσταση των πλημμυρικών περιοχών και των υγροτόπων.
  • Ετοιμότητα: Αυτό το στάδιο συνδέεται με την ενημέρωση του κοινού και τον βαθμό εγρήγορσης (τι πρέπει να κάνει) αμέσως πριν από την έναρξη εκδήλωσης του φυσικού κινδύνου (π.χ. πλημμύρας).

  • Διαχείρισης Σχέδιο Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ)
    Έγγραφο που καθορίζει τους κατάλληλους στόχους και μέτρα πρόληψης, προστασίας και ετοιμότητας έναντι των πλημμυρών. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα ΣΔΚΠ και συντονίζουν τη σχεδιαζόμενη δράση στο επίπεδο της λεκάνης απορροής ποταμού.

    Διώρυγα
    Η διάνοιξη ενός ισθμού με σκοπό να ενώσει τις δυο θάλασσες και γίνεται κυρίως για οικονομικούς λόγους (π.χ. Κορίνθου, Σουέζ).

    Δολομίτης (ορυκτό-πέτρωμα)
    Ορυκτό που σχηματίζεται από ανθρακικό άλας του ασβεστίου (Ca) και μαγνησίου (Mg), δηλ. (Ca,Mg)CO3. Ο όρος δολομίτης χρησιμοποιείται και για ιζηματογενή ανθρακικά πετρώματα με περιεκτικότητα σε δολομίτη άνω του 50%. Συνήθως σχηματίζεται από την αλλοίωση του ανθρακικού ασβεστίου (CaCO3) και χημική καθίζηση του ορυκτού μέσα στο νερό όπου υπάρχει περισσότερο Mg από Ca. Ο δολομίτης μπορεί να είναι λευκός, γκριζόλευκος, γκρίζος, υποκίτρινος ή και καστανόμαυρος όταν περιέχει σίδηρο και μαγγάνιο και κάποτε ερυθρωπός. Ο ιστός του πετρώματος είναι κρυσταλλικός. Έχουν  μεγαλύτερη αντοχή στη δράση των ατμοσφαιρικών παραγόντων σε σχέση με τον ασβεστόλιθο και σε συνδυασμό με τη μεγαλύτερη σκληρότητα ευνοεί τον σχηματισμό (μέσα σε ασβεστολιθικές μάζες) ενός τοπίου ανώμαλου, τραχέως, με πύργους, πυραμίδες, κατακόρυφους τοίχους κ.λπ. (δολομιτικό τοπίο). Οι δολομίτες δεν αναβράζουν ή αναβράζουν ελάχιστα αν ρίξουμε πάνω τους υδροχλωρικό οξύ (HCl), σε αντίθεση με τους ασβεστόλιθους. Στην Ελλάδα οι δολομίτες είναι κυρίως Τριαδικής ηλικίας (Ιεράπετρα, Παρνασός, Σέριφος κ.λπ.). Χρησιμοποιούνται ως δομικό υλικό (καλύτερο από τον ασβεστόλιθο λόγω αντοχής στην αποσάθρωση), ή ως υλικό υποδομής οδοστρωμάτων, στην κατασκευή πετροκονιάματος και μπετόν αρμέ λόγω της συνδετικής τους ικανότητας. Επίσης, στη βιομηχανία σιδήρου για επένδυση φούρνων.

    Έ

    Έδαφος
    Το επιφανειακό στρώμα της χέρσου που χρησιμοποιούν τα φυτά στην ανάπτυξή τους, προκύπτει από τα προϊόντα της αποσάθρωσης των πετρωμάτων και έχει υποστεί πολύπλοκες φυσικοχημικές βιολογικές και βιοχημικές διεργασίες. Είναι αποτέλεσμα του μετασχηματισμού (λόγω αποσάθρωσης) του μητρικού πετρώματος. Οι παράγοντες που επηρεάζουν τη δημιουργία του και τις μεταβολές του είναι οι σύνθετες φυσικοχημικές διεργασίες που οφείλονται κατά κύριο λόγο στη βλάστηση, τη λιθολογία, τη θερμοκρασία και τον χρόνο, αλλά και στην ανθρώπινη δράση και την επαφή του με την ατμόσφαιρα.

    Ε

    Εκβολές
    Το παράκτιο τελικό τμήμα ενός ποταμού όπου συναντά τη θάλασσα. Συνήθως χωρίζεται σε πολλά μικρότερα τμήματα σχηματίζοντας ένα Δέλτα. Εκεί η περιοχή έχει μεγάλο οικολογικό ενδιαφέρον, γιατί συγκεντρώνονται σπάνια πουλιά και πολλά είδη φυτών. Στις εκβολές η ξηρά σταδιακά προχωρεί μέσα στη θάλασσα, καθώς η δυναμική ισορροπία μεταξύ των παραγόντων που δρουν στον ηπειρωτικό χώρο των λεκανών απορροής των ποταμών (κλίμα, γεωμορφολογία, τεκτονική) και αυτών που δρουν στον παράκτιο χώρο των εκβολών (μορφολογία, τεκτονική, κύματα, παλίρροια, ρεύματα) καθορίζουν την ταχύτητα, τη μορφή και τα άλλα στοιχεία της απόθεσης.

       
    Εκβολές Σεργουλοπόταμου Φωκίδας



     

    Εκβολές ποταμού Θύαμι (Καλαμά) Θεσπρωτίας


    Έ

    Έκθεση (Exposure)
    Άνθρωποι, περιουσίες, συστήματα ή άλλα στοιχεία που υπάρχουν σε επικίνδυνες περιοχές και επομένως υπόκεινται ενδεχομένως σε απώλειες. Μέτρο της έκθεσης μπορεί να αποτελεί ο αριθμός των ανθρώπων ή οι τύποι των αγαθών σε μια περιοχή. Αυτά μπορεί να συνδυαστούν με την τρωτότητα των στοιχείων που είναι εκτεθειμένα σε ένα συγκεκριμένο κίνδυνο, προκειμένου να εκτιμηθεί ποσοτικά η διακινδύνευση στην περιοχή ενδιαφέροντος («2009 UN/ISDR Terminology on Disaster Risk Reduction»).

    Ε

    Εκφόρτιση πλημμύρας
    Είναι η παροχή (δηλαδή ο όγκος του νερού ανά μονάδα χρόνου σε m3/s) σε μια συγκεκριμένη θέση, τη στιγμή όμως που το νερό υπερχειλίζει την κοίτη.

    Ενδογενείς δυνάμεις
    Αυτές που προέρχονται από το εσωτερικό της γης και οφείλουν τη δράση τους σε ενδογενείς παράγοντες (ηφαίστεια, σεισμοί).

    Εξάτμιση
    Η μεταβολή του νερού της επιφάνειας της Γης (ωκεανών, λιμνών, ποταμών) σε ατμό με την επίδραση της θερμότητας.

    Εξάτμιση-διαπνοή
    Κάθε φυτό μοιάζει με μια αντλία που παίρνει νερό από το έδαφος και το στέλνει στην ατμόσφαιρα, μέσα από τα στόματα του φυλλώματός του.

    Εξωγενείς δυνάμεις
    Αυτές που προέρχονται από το εξωτερικό της γης και οφείλουν τη δράση τους σε εξωγενείς παράγοντες (άνεμος, βροχή κ.λπ.).

    Επικινδυνότητα (Hazard)

    1. Είναι η πιθανότητα ένας κίνδυνος να προκαλέσει επιπτώσεις στον άνθρωπο, τις υποδομές, στο περιβάλλον, στην περιουσία, συμπεριλαμβανομένης της πολιτιστικής κληρονομιάς, σε συγκεκριμένη περιοχή και ορισμένη χρονική περίοδο και καθορίζεται από τον συνδυασμό των παραγόντων του κινδύνου, της έκθεσης και της τρωτότητας (http://www.opengov.gr/yptp/?p=1253).

    2. Όρος ο οποίος αναφέρεται σε ένα επικίνδυνο φαινόμενο ή ανθρώπινη δραστηριότητα ή συνθήκη, που μπορεί να προκαλέσει απώλειες ζωών, τραυματισμούς, καταστροφή περιουσίας, κοινωνικές και οικονομικές διαταραχές ή περιβαλλοντικές συνέπειες. Τα επικίνδυνα φαινόμενα είναι γεωλογικής, μετεωρολογικής, υδρολογικής, ωκεανογραφικής, βιολογικής και τεχνολογικής προέλευσης και επιδρούν σε μερικές περιπτώσεις σε συνδυασμό. Στα ελληνικά, ο όρος “Hazard” αποδίδεται από ορισμένες επιστημονικές και επαγγελματικές ομάδες και ως κίνδυνος («2009 UN/ISDR Terminology on Disaster Risk Reduction»).


    Επικινδυνότητα (Risk)
    Εκφράζει τον συνδυασμό της πιθανότητας να συμβεί ένα φαινόμενο και των αρνητικών συνεπειών του (UNISDR, 2009). Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου 3013 επικινδυνότητα «νοείται η πιθανότητα εκδήλωσης ενός φυσικού φαινομένου ή τεχνολογικού συμβάντος ή και λοιπών καταστροφών σε συνδυασμό µε την ένταση των καταστροφών που μπορεί να προκληθούν στους πολίτες, στα αγαθά, στις πλουτοπαραγωγικές πηγές και στις υποδομές μιας περιοχής» (ΦΕΚ 102 /Β/01.05.2002, άρθρο 2).

    Επικινδυνότητα πλημμύρας
    Ως επικινδυνότητα πλημμύρας ορίζεται:
    α. Η «δυνατότητα εμφάνισης πλημμύρας σε συγκεκριμένο χώρο (ποσοτικοποιούμενη μέσω του βάθους νερού, της ταχύτητας ροής ή άλλου χαρακτηριστικού υδρολογικού ή υδραυλικού μεγέθους), που αντιστοιχεί σε δεδομένη πιθανότητα υπέρβασης» (Οδηγία 2007/60/ΕΚ) ή
    β. Η πιθανότητα δυνητικά καταστροφικού συμβάντος πλημμύρας εντός δεδομένης περιόδου. (https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)

    Εσωτερικά νερά
    Τα γλυκά νερά μιας υδρολογικής λεκάνης, επιφανειακά και υπόγεια.

    Θ

    Θολερότητα ποταμού
    Ο βαθμός της διαύγειας του νερού ενός ποταμού. Αυξάνει συνήθως μετά από βροχοπτώσεις εξαιτίας της μεταφοράς υλικών και αιωρούμενων σωματιδίων, ενώ αποτελεί δείκτη της μεταφορικής ικανότητας του νερού. Η θολερότητα δεν είναι επικίνδυνη για τα ψάρια, ωστόσο μειώνει την ένταση του ηλιακού φωτός που εισχωρεί στο νερό του ποταμού και προκαλεί μείωση της φωτοσύνθεσης και της φυτικής παραγωγής. Η μέτρησή της γίνεται με το δίσκο Sechi.

    Ι

    Ικανότητα αυτοκαθαρισμού ποταμού
    Είναι η δυνατότητα του ποταμού να αποσυνθέσει και να απλοποιήσει, μέσω φυσικών διεργασιών, τοξικές ή γενικά ρυπαντικές ουσίες, ώστε αυτές να γίνουν λιγότερο ή καθόλου βλαπτικές για το οικοσύστημα του ποταμού.

    Ισθμός
    Στενή λωρίδα ξηράς που χωρίζει δυο θάλασσες και ενώνει δυο στεριές (π.χ. Κορίνθου).


    Κ

    Καμπής σημεία (Knickpoints)
    Όρος της γεωμορφολογίας που αναφέρεται στην αλλαγή (απότομη διακοπή)  της ομαλής κλίσης του πυθμένα της κοίτης ενός ποταμού και τη δημιουργία ενός απότομου μετώπου λόγω τεκτονικών, κλιματικών, αλλά και λιθολογικών μεταβολών που έχουν σαν αποτέλεσμα τη διαφορετική μηχανική αντοχή στη διάβρωση. Έτσι δημιουργείται μια υψομετρική διαφορά μεταξύ των δύο τμημάτων της κοίτης. Συναντώνται συχνά σε καταρράκτες μικρούς ή μεγαλύτερους, αλλά και σε λίμνες, και δίνουν πληροφορίες για γεωλογικά γεγονότα του παρελθόντος (βλ. Εικόνα κάτω).


    Καρστικά φαινόμενα
    Δίκτυο κοιλωμάτων αυλακιών και αγωγών που παράγονται από τη διαβρωτική και διαλυτική δράση του νερού στην επιφάνεια ασβεστολιθικών και δολομιτικών κυρίως πετρωμάτων, αλλά και σε γύψο ή ορυκτό αλάτι. Πήραν το όνομά τους από το οροπέδιο Καρστ της Σλοβενίας, όπου παρατηρούνται τέτοια φαινόμενα.

    Στα φαινόμενα αυτά ανήκουν οι:
    1. αμαξοτροχιές (μικρά αυλάκια στην επιφάνεια πετρωμάτων)
    2. δολίνες (βαθιές κοιλότητες με δ=10-40μ. που σχηματίζονται από υπόγεια διαβρωτική δράση νερού ή κατάπτωση οροφής σπηλιάς)
    3. πόλγες (μεγάλες δολίνες που λόγω τεκτονικών φαινομένων έγιναν λίμνες ή λεκάνες π.χ. Κωπαΐδα)
    4. καταβόθρες (υπόγειες στοές)
    5. υπόγειοι οχετοί
    6. υπόγειες λίμνες

    Εγκάρσια τομή μιας περιοχής με ασβεστολιθικά πετρώματα, όπου φαίνεται ο σχηματισμός χαρακτηριστικών καρστικών μορφών





     

    Κατάντη ποταμού
    (στα) Κατάντη ποταμού: Το τμήμα του ποταμού από το σημείο που βρισκόμαστε και προς τις εκβολές.

    Καταστροφή (Disaster)
    Μια σοβαρή διατάραξη της λειτουργίας μιας κοινότητας ή μιας κοινωνίας προκαλώντας ανθρώπινες, υλικές, οικονομικές ή περιβαλλοντικές απώλειες, οι οποίες ξεπερνούν την ικανότητα της πληγείσας κοινότητας ή κοινωνίας να τις αντιμετωπίσει χρησιμοποιώντας τους δικούς της μεμονωμένους πόρους. Μια καταστροφή αποτελεί συνάρτηση της διαδικασίας κινδύνου (Wisner et al., 2002). Οι καταστροφές φαίνονται ως έκτακτες, δυσμενείς καταστάσεις που προκαλούνται από ένα φαινόμενο ή μια διαδικασία. Ωστόσο, μια καταστροφή δεν είναι προϊόν μερικών ωρών. Οι καταστροφές συχνά περιγράφονται ως απόρροια ενός συνδυασμού (UNISDR, 2009) της έκθεσης στο φαινόμενο των υφιστάμενων συνθηκών τρωτότητας και ανεπαρκούς ικανότητας ή ανεπάρκειας των μέτρων που λαμβάνονται από μια κοινότητα ή κοινωνία να μειώσουν τις ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες ή να ανταπεξέλθουν σε αυτές. Η λέξη καταστροφή προέρχεται από τη λατινική λέξη «dis» και «astro» και υποδηλώνει τις αρνητικές συνέπειες που προκαλούνται από ένα αστέρι ή έναν πλανήτη. Καταστροφές είναι γεγονότα που συμβαίνουν όταν ένας σημαντικός αριθμός ατόμων εκτίθεται σε ακραία φαινόμενα στα οποία είναι ευάλωτος, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό και την απώλεια της ζωής, σε συνδυασμό με ζημιές στις ιδιοκτησίες και στα μέσα διαβίωσης. Οι καταστροφές συχνά ταξινομούνται ανάλογα με την ταχύτητα εμφάνισής τους (αιφνίδια ή αργή), τα αίτιά τους (φυσικά ή ανθρωπογενή), ή την κλίμακά τους (μείζονος ή ήσσονος σημασίας) (Wisner et al., 2002).

    Η φυσική καταστροφή (natural disaster) εμφανίζεται, όταν ένας κίνδυνος προκαλεί τρωτότητα και η ζημιά είναι τόσο μεγάλη, που η πληγείσα κοινότητα δεν μπορεί να ανακάμψει με χρήση των δικών της πόρων. Ο ΟΗΕ όρισε τις φυσικές καταστροφές το 1992 ως «σοβαρές διαταραχές στη λειτουργία της κοινωνίας, οι οποίες προκαλούν εκτεταμένες ανθρώπινες, υλικές ή περιβαλλοντικές απώλειες, που υπερβαίνουν την ικανότητα της κοινωνίας να τις αντιμετωπίζει με ίδιους πόρους». Αναγνωρίζοντας τη σημασία της ενημέρωσης για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών, με απόφασή του τον Δεκέμβριο του 2009 (ψήφισμα 64/200), καθιέρωσε τη 13η Οκτωβρίου ως τη Διεθνή ημέρα μείωσης των φυσικών καταστροφών. Κατά την ημέρα αυτή, διοργανώνονται δράσεις και διάφορες εκδηλώσεις με στόχο την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών, αναφορικά με την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων από φυσικές καταστροφές.

    Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας - World Health Organization (https://www.who.int), σε ετήσια βάση περίπου 90.000 άτομα χάνουν τη ζωή τους εξαιτίας φυσικών καταστροφών και οι επιπτώσεις τους επηρεάζουν 160 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Οι φυσικές καταστροφές περιλαμβάνουν σεισμούς, τσουνάμι, ηφαιστειακές εκρήξεις, κατολισθήσεις, τυφώνες, πλημμύρες, πυρκαγιές, θερμικά κύματα και ξηρασίες.

    Απειλούν άμεσα την ανθρώπινη ζωή και έχουν άμεσες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία (σωματική και ψυχική) και την κοινωνική ζωή των θυμάτων (ΠΟΥ, 2019).

    Καταστροφή μαζική (Massive disaster)
    Η μαζική καταστροφή είναι ένα έκτακτο γεγονός, χωροχρονικά συμπυκνωμένο που προκαλεί μεγάλου εύρους απώλειες και βλάβες στον περιβάλλοντα χώρο (φυσικό-κοινωνικό) ή/και σε ομάδες ατόμων. Όλα τα τραυματικά γεγονότα προκαλούν ψυχικές και σωματικές αντιδράσεις και έχουν επιπτώσεις στην ψυχική υγεία. Η ψυχολογική αντίδραση του ατόμου, ποικίλει από άτομο σε άτομο και εξαρτάται: Από το είδος και την έκταση του συμβάντος, από τα χαρακτηριστικά του ατόμου, από τη σύσταση του κοινωνικού περίγυρου, κ.ά.

    Καταστροφή τεχνολογική (Τechnological disaster)
    Τεχνολογική καταστροφή είναι η καταστροφή που προκαλείται από την ανθρώπινη δραστηριότητα, η οποία μπορεί να αποτραπεί και έχει επιπτώσεις σε ανθρώπινη ζωή, υγεία και περιουσία. Οι τεχνολογικές καταστροφές είναι συνήθως αποτέλεσμα ατυχημάτων ή επεισοδίων που συμβαίνουν στους τομείς της βιομηχανίας, των μεταφορών ή των επικίνδυνων ουσιών, όπως τα καύσιμα, τα χημικά, τα εκρηκτικά ή τα ραδιενεργά υλικά (Ανδρεαδάκης, 2015).

    Καταστροφή φυσική (Νatural disaster)
    Ο όρος «φυσικές καταστροφές» αναφέρεται σε καταστροφές που προκαλούνται από φυσικά φαινόμενα. Αυτά τα φαινόμενα (όπως οι σεισμοί, οι κυκλώνες, οι πλημμύρες κ.λπ.) είναι στην τεχνική ορολογία γνωστά με τον όρο «φυσικοί κίνδυνοι». Ο όρος «φυσική καταστροφή» μπορεί να είναι παραπλανητικός, γιατί υπονοεί ότι οι καταστροφές είναι αποτέλεσμα μόνο κάποιου φυσικού κινδύνου, ενώ στην πραγματικότητα οι ανθρώπινες δραστηριότητες είναι ένας καθοριστικός παράγοντας που συμβάλλει στη δημιουργία μίας καταστροφής (Ανδρεαδάκης, 2015).

    Ο όρος «φυσική καταστροφή» έχει οριστεί με τρεις διαφορετικούς τρόπους ως (Λέκκας, 2000): 1. Τα στοιχεία εκείνα του φυσικού περιβάλλοντος που είναι βλαβερά για τον άνθρωπο και προκαλούνται από δυνάμεις ξένες και άγνωστες σε αυτόν. 2. Η πιθανότητα εμφάνισης ενός δυνητικά καταστροφικού γεγονότος μέσα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. 3. Μια φυσική ή ανθρωπογενής γεωλογική κατάσταση ή φαινόμενο κατά τα οποία παρουσιάζεται πραγματικός ή δυνητικός κίνδυνος για την ανθρώπινη ζωή ή τις περιουσίες.

    Καταστροφή φυσικό-τεχνολογική / Na Tech
    Η Na Tech καταστροφή είναι συνδυασμός φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών. Οι φυσικές καταστροφές μπορούν να προκαλέσουν τεχνολογικές καταστροφές και αυτές οι κοινές καταστροφές (που είναι γνωστές επίσης ως Na Tech) μπορούν να θέσουν σε τεράστιους κινδύνους τις περιοχές που είναι απροετοίμαστες για τέτοια γεγονότα (Ανδρεαδάκης, 2015) π.χ. Fukushima Ιαπωνίας 2011.

    Καταστροφής διαχείριση (Disaster management)
    Η διαχείριση καταστροφής είναι η συστηματική προσέγγιση και πρακτική διαχείρισης της αβεβαιότητας, για την ελαχιστοποίηση πιθανών βλαβών και απωλειών. Ουσιαστικά, πρόκειται για την οργάνωση, τον σχεδιασμό και την εφαρμογή μέτρων για την προετοιμασία, την απόκριση και την άμεση αποκατάσταση της καταστροφής (υπό επικαιροποίηση από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, μέσα στο 2016).

    Κατείσδυση
    Η διαδικασία κατά την οποία ένα μέρος του νερού των κατακρημνισμάτων διαπερνά την επιφάνεια του εδάφους από τους πόρους ή τις ρωγμές των διάφορων πετρωμάτων και από τα ρήγματα της γης, φτάνει στους υπόγειους υδροφόρους ορίζοντες και προστίθεται στο υπόγειο νερό συμμετέχοντας έτσι στις κινήσεις του.

    Κατολίσθηση
    α. Είναι μη αναμενόμενες και συνήθως απρόβλεπτες μετακινήσεις ασταθών επιφανειακών στρωμάτων, αποτελώντας έναν από τους πιο συχνούς φυσικούς κινδύνους με σημαντικότατες συνέπειες σε ανθρώπινες ζωές, με κοινωνικό κόστος και με ανυπολόγιστες οικονομικές επιπτώσεις. Προκαλούνται από τη συνδυασμένη δράση πολλών και διαφορετικών μεταξύ τους παραγόντων.
    Παράγοντες που ελέγχουν το φαινόμενο της κατολίσθησης είναι:
    1) Η δομή του γεωλογικού υπόβαθρου και η τεκτονική της περιοχής.
    2) Το είδος των πετρωμάτων και εδαφών της περιοχής.
    3) Οι κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή (ιδιαίτερα το ύψος βροχής).
    4) Η σεισμικότητα και η ηφαιστειακή δραστηριότητα μιας περιοχής.

    β. Είναι το αποτέλεσμα της εξέλιξης προοδευτικών ή ραγδαίων φαινομένων που εκδηλώνονται στο γήινο περιβάλλον και που οφείλονται στη δράση γεωλογικών, γεωμορφολογικών, κλιματολογικών διεργασιών, αλλά και στην αρνητική επίπτωση των ανθρώπινων ενεργειών και δραστηριοτήτων (Hutchinson, 1995).
    Αποτελούν ένα γεωλογικό φαινόμενο που περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα κινήσεων μιας μάζας εδάφους ή ενός όγκου βράχου, οι οποίες κινήσεις μπορεί να εκδηλωθούν σε υπεράκτιες, παράκτιες και χερσαίες περιοχές.

    γ. O Terzaghi (1950) θεωρεί την κατολίσθηση ως μία ραγδαία κίνηση μάζας πετρώματος εναπομένοντος εδάφους ή ιζήματος ενός πρανούς, της οποίας το κέντρο βάρους μετακινείται προς τα κάτω και προς τα έξω.

    Εικόνες κατολισθήσεων




    Εικόνες άνω: Κατολίσθηση εξαιτίας της δράσης του νερού και αστοχιών πρόβλεψης έγκαιρων υδρογεωλογικών μελετών (μίνι περιμετρική Πατρών)

    Κερατόλιθος ή πυριτόλιθος ή στουρνάρι
    Πυριτικό ιζηματογενές πέτρωμα. Το κύριο συστατικό του είναι το διοξείδιο του πυριτίου (SiO2). Σχηματίζεται μέσα στη θάλασσα. Η προέλευσή του είναι χημική ή οργανογενής (πιθανώς από τη διαγένεση, δηλ. τη συγκόλληση των  διατόμων του πλαγκτόν της θάλασσας). Το χρώμα του είναι: τεφρό - μαύρο - ερυθρωπό - κίτρινο. Αποτελείται από: χαλαζία, χαλκηδόνιο και οπάλιο (ορυκτά του SiO2). Εναλλάσσεται με αργιλικούς σχιστόλιθους και ασβεστόλιθους. Στην Ελλάδα ο «σχιστοκερατόλιθος» βρίσκεται παντού, μέσα σε Ιουρασικές αποθέσεις της Ανατολικής και Δυτικής Ελλάδας. Συναντάται με τη μορφή στρώσεων, φλεβών και φακών. Είναι πολύ σκληρό πέτρωμα (λόγω του χαλαζία που περιέχει), ενώ σπάει εύκολα σε συγκεκριμένα επίπεδα (κάθετα) σχηματίζοντας πολύ αιχμηρές ακμές. Για αυτούς τους λόγους κατά την εποχή του λίθου χρησιμοποιήθηκε σαν εργαλείο και σαν εξάρτημα όπλου.


    Κίνδυνοι φυσικοί
    Είναι τα φυσικά φαινόμενα τα οποία μπορεί να έχουν αρνητικές επιδράσεις στον άνθρωπο και στο περιβάλλον. Οι φυσικοί κίνδυνοι συνδέονται με διεργασίες που συμβαίνουν στην ατμόσφαιρα, τη γεώσφαιρα και την υδρόσφαιρα και ευθύνονται για καταστροφικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (Wisner et al., 2002, Burton et al.,1978). Ανεξάρτητα από τον όρο «φυσικό», ένας φυσικός κίνδυνος έχει ένα στοιχείο ανθρώπινης εμπλοκής. Αν και οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν ελάχιστα ή τίποτα για να αλλάξουν τη συχνότητα ή την ένταση των περισσότερων φυσικών φαινομένων, μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στο να διασφαλίσουν ότι οι φυσικοί κίνδυνοι δεν μετατρέπονται σε καταστροφές με τις δικές τους ενέργειες. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η ανθρώπινη παρέμβαση μπορεί να αυξήσει τη συχνότητα και τη σοβαρότητα των φυσικών κινδύνων. Η ανθρώπινη παρέμβαση μπορεί, επίσης, να προκαλέσει φυσικούς κινδύνους όπου δεν υπήρχαν, καθώς και να ελαττώσει τη δράση μετριασμού των φυσικών οικοσυστημάτων (Wisner et al., 2002, Burton et al.,1978).

    Η Γραμματεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τη Διεθνή Στρατηγική Μείωσης των Καταστροφών (United Nations International Strategy for Disaster Reduction - UNISDR 2009) παρουσιάζει τους βασικούς ορισμούς σχετικά με τη μείωση του κινδύνου καταστροφών, προκειμένου να προωθηθεί μια κοινή αντίληψη για το θέμα αυτό, για χρήση από το κοινό, τις αρχές και τους επαγγελματίες (UNISDR, 2009).

    Κίνδυνος - Διακινδύνευση (Risk)
    Είναι η πιθανότητα εκδήλωσης ενός φυσικού φαινομένου ή τεχνολογικού συμβάντος ή και λοιπών καταστροφών σε συνδυασμό με τις ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειές του στους πολίτες, στα αγαθά, στις πλουτοπαραγωγικές πηγές και στις υποδομές μιας περιοχής. Στο πεδίο της διαχείρισης των καταστροφών, η διακινδύνευση (risk) εκφράζει τον συνδυασμό της πιθανότητας να συμβεί ένα συμβάν και των ενδεχόμενων αρνητικών συνεπειών του («2009 UN/ISDR Terminology on Disaster Risk Reduction»).

    Κίνδυνος (Hazard)
    Ο όρος “Ηazard” εκφράζει ένα ενδεχόμενο επικίνδυνο φυσικό φαινόμενο ή ανθρώπινη δραστηριότητα, που μπορεί να προκαλέσει απώλεια ζωής, τραυματισμό ή άλλες επιπτώσεις στην υγεία, υλικές ζημιές, κοινωνικές και οικονομικές διαταραχές ή περιβαλλοντική καταστροφή. Τα επικίνδυνα φαινόμενα είναι γεωλογικής, μετεωρολογικής, υδρολογικής, ωκεανογραφικής, βιολογικής και τεχνολογικής προέλευσης και επιδρούν σε μερικές περιπτώσεις σε συνδυασμό (UNISDR, 2009). Σύμφωνα με το σχέδιο «Ξενοκράτης», «Κίνδυνος νοείται η πιθανότητα εκδήλωσης ενός φυσικού φαινομένου ή τεχνολογικού συμβάντος ή και λοιπών καταστροφών σε συνδυασμό με την ένταση των καταστροφών, που μπορεί να προκληθούν στους πολίτες, στα αγαθά, στις πλουτοπαραγωγικές πηγές και στις υποδομές μιας περιοχής» (ΦΕΚ 423/B/10.04.2003, Άρθρο 2). Κίνδυνος είναι οποιοδήποτε φαινόμενο που μπορεί να προκαλέσει διαταραχή ή βλάβη στους ανθρώπους και το περιβάλλον. Οι κίνδυνοι είναι η πιθανότητα για ένα φαινόμενο, όχι το ίδιο το φαινόμενο (Wisner et al., 2002).

    Κίνδυνος (Risc) - Ενδεχόμενο απειλής
    Εκφράζει τον αριθμό των απωλειών σε ανθρώπινες ζωές, καταστροφές ιδιοκτησίας, καταστροφή των οικονομικών δραστηριοτήτων ή φυσικών πόρων, οφειλόμενες σε ένα ιδιαίτερα επιβλαβές γεγονός.

    Η έννοια του κινδύνου μπορεί να εκφραστεί με βάση τις τρεις παρακάτω παραμέτρους:
    α. Τα στοιχεία που εκτίθενται στον κίνδυνο (Ε), δηλαδή πληθυσμός, περιουσίες κ.λπ.

    β. Ειδικός Κίνδυνος (Rs), δηλαδή ο βαθμός των απωλειών που μπορεί να προκληθούν από τη δράση ενός φυσικού φαινομένου.

    γ. Ολικός Κίνδυνος (Rt), που εκφράζει το σύνολο των καταστροφών που προκληθήκαν από τη δράση ενός ειδικού φυσικού φαινομένου και είναι Rt = (Ε)(Rs) = (E)(H.V)  όπου H το προϊόν της φυσικής καταστροφής και V η τρωτότητα.

    Κίνδυνος εκδήλωσης καταστροφικού φαινομένου (R)
    Το γινόμενο της αξίας επί την τρωτότητα επί την επικινδυνότητα. Δηλαδή: R = VxUxP

    Κλάδοι υδρογραφικού δικτύου
    Είναι ο κύριος ποταμός και οι παραπόταμοι ενός υδρογραφικού δικτύου.

    Κοιλάδα
    Κάθε κοίλωμα της ξηράς που σχηματίζεται μεταξύ των ορέων και συνήθως διαρρέεται από χείμαρρο ή ποταμό που αποστραγγίζει τμήματα των ορέων. Οφείλεται στη διαβρωτική ενέργεια των ποταμών (σχήμα V) ή των παγετώνων (σχήμα U), που έδρασαν σε παλαιότερες γεωλογικές περιόδους.

    Κοίτη ροής ή κοίτη ποταμού
    Μια στενή αύλακα (κοίλο τμήμα του εδάφους) που διοχετεύει τη ροή της υδάτινης μάζας του ποταμού προς τα κατάντη. Διαμορφώνεται από τις δυνάμεις του τρεχούμενου νερού με τέτοιο τρόπο, ώστε να μεταφέρει όσο το δυνατόν καλύτερα προς τα κατάντη, εκτός από τη μάζα του νερού και τις φερτές ύλες που αποτελούν προϊόντα της ποτάμιας διάβρωσης. Το μέγεθος της κοίτης ενός ποταμού ποικίλει από λίγα μέτρα έως χιλιόμετρα. Η διαδικασία που επικρατεί είναι αυτή της μεταφοράς. Διαχωρίζονται, μορφολογικά, σε: Ευθύγραμμες, Μαιανδρικές και Πλεξοειδείς.


    Οι διαφορετικές μορφές της κοίτης ενός ποταμού (βαθιά και στενή - ρηχή και πλατιά) επηρεάζουν και την ταχύτητα ροής των υδάτων
    (Πηγή: μετατροπή από Marshak, Earth, 3rd Edition)

    Κοκκομετρία/κοκκομετρική ανάλυση
    Η διαδικασία κατανομής του μεγέθους κόκκων των χαλαρών γεωλογικών υλικών και η κατασκευή της σχετικής κοκκοµετρικής καµπύλης στην οποία φαίνεται το ποσοστό κατά βάρος του υλικού που είναι μικρότερο από κάποια συγκεκριμένη διάσταση. Η διαδικασία πραγματοποιείται με ειδικές μηχανές κοσκινίσματος. Η κοκκομετρική σύσταση παίζει σημαντικό ρόλο στην περατότητα ενός πετρώματος ή σχηματισμού. Έτσι, μικρό μέγεθος κόκκων αντιστοιχεί σε μικρή περατότητα π.χ. άργιλος, πηλός. Οι διαβαθμίσεις και η ταξινόμηση των υλικών με βάση το μέγεθος των κόκκων φαίνονται στο παρακάτω σχήμα.


    Κορήματα (πλευρικά - κοινώς σάρες)
    Χαρακτηριστικά πετρώδη θραύσματα και γεώδη υλικά που αποτελούν προϊόντα της διάβρωσης και αποσάθρωσης απότομων πρανών ορεινών όγκων και που συγκεντρώνονται στις κλιτύες (πλαγιές) των ορεινών όγκων. Η πιο χαρακτηριστική εικόνα για τις αποθέσεις αυτές είναι: α. Ο χαλαρός και χωμάτινος χαρακτήρας β. Η κεκλιμένη μορφολογική επιφάνεια που δημιουργούν και γ. Μια ενδιάμεση μορφολογική κλίση που συνδέει τις απότομες κλίσεις του ορεινού αναγλύφου στα ανάντη με τις σχετικά επίπεδες κλίσεις στα κατάντη.

    Οι κώνοι κορημάτων χαρακτηρίζονται από μια αντίστοιχη εικόνα, μόνο που επειδή σχηματίζονται στις εκβολές των ρεμάτων από το ορεινό στο πεδινό ανάγλυφο, παρουσιάζουν και τη χαρακτηριστική εικόνα του ριπιδίου (βλ. Εικόνες).


    Κουρτίνες πρανών
    Ειδικά πλέγματα που τοποθετούνται στην επιφάνεια ενός πρανούς για την προστασία από πτώσεις βράχων, χαλαρών κορημάτων και γενικά κατολισθήσεων σε περιπτώσεις μεγάλων κλίσεων και πολυκερματισμού των πετρωμάτων ή σαθρού εδαφικού καλύμματος  του πρανούς. Τα συναντάμε συχνά στα πρανή του οδικού δικτύου (βλ. Εικόνα).


    Κροκάλες
    Αποστρογγυλωμένα υλικά διάβρωσης ξηράς με διάμετρο πάνω από 2mm (χλστμ.). Μπορούν να προέρχονται από οποιαδήποτε πέτρωμα, οποιασδήποτε κατηγορίας και από οποιοδήποτε (θεωρητικά) ορυκτό που βρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες. Το μέγεθός τους εξαρτάται από: 1) την απόσταση του τόπου απόθεσης και του τόπου διάβρωσης και 2) από τη σκληρότητα του πετρώματος (βλ. Εικόνες).


    Κροκαλοπαγές πέτρωμα
    Ιζηματογενές πέτρωμα που αποτελείται από κροκάλες (υλικά διάβρωσης με διάμετρο πάνω από 2 χιλιοστά) συνδεδεμένες με κάποιο συνδετικό υλικό. Οι κροκάλες μπορεί να προέρχονται από οποιοδήποτε άλλο πέτρωμα (στο δείγμα μας από ασβεστόλιθο) και το συνδετικό υλικό μπορεί να είναι άμμος, πυρίτιο, ανθρακικό ασβέστιο, άργιλος κ.λπ. Σπάνια περιέχει απολιθώματα και συναντιέται σε εμφανίσεις μικρού ή μεγάλου πάχους χωρίς σαφή στρωμάτωση (βλ. Εικόνες).


    Λ

    Λατύπη
    Κάθε αιχμηρό ή γωνιώδες θραύσμα οποιουδήποτε πετρώματος που σχηματίζεται συνήθως με απόσπαση από το μητρικό πέτρωμα. Λόγω του βάρους ή κατρακυλά ή συσσωρεύεται στα χαμηλότερα σημεία ή παρασύρεται από τα νερά της βροχής. Συνήθως η λατύπη παραμένει στον τόπο όπου σχηματίστηκε και επικαλύπτει τα μητρικά πετρώματα. Και στις δύο περιπτώσεις η λατύπη  ανακατεύεται με αργιλώδη ή αργιλοαμμώδη γη και δημιουργεί προσχωσιγενή στρώματα.

    Λατυποπαγές πέτρωμα
    Ιζηματογενές πέτρωμα που αποτελείται από λατύπη συνδεμένη με συνδετικό υλικό που μπορεί να είναι άμμος, λάσπη, άργιλος, ανθρακικό ασβέστιο, πυρίτιο, λειμωνίτης, αιματίτης κ.ά. Ενδιαφέρον είδος λατυποπαγούς είναι το λατυποπαγές οστών που σχηματίζεται από τη συγκόλληση οστών ζώων μιας θανατοκοινωνίας ή ταφοκοινωνίας. Γνωστά λατυποπαγή είναι αυτά στο Πικέρμι Αττικής (βλ. Εικόνα).


    Λεκάνη απορροής (υδρολογική λεκάνη) ποταμού
    α. Η εδαφική έκταση στην οποία συγκεντρώνεται το σύνολο της απορροής μέσω ενός δικτύου ρεμάτων, ποταμών και λιμνών και παροχετεύεται στη θάλασσα με ενιαίο στόμιο ποταμού, εκβολές ή δέλτα.
    https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf
    )

    β. Το τμήμα εκείνο της επιφάνειας του εδάφους πάνω στο οποίο τα νερά που ρέουν επιφανειακά μεταφέρονται με το υδρογραφικό δίκτυο στην κοίτη του υπόψη ποταμού, ο οποίος τα οδηγεί κατευθείαν στη θάλασσα ή διαμέσου άλλου μεγαλύτερου ποταμού, του οποίου είναι παραπόταμος. Αν ένας ποταμός είναι παραπόταμος κάποιου άλλου μεγαλύτερου, τότε και η λεκάνη απορροής του είναι υπολεκάνη κάποιας ευρύτερης που αντιστοιχεί στον μεγαλύτερο ποταμό (Σούλιος Γ., 2010).

    γ. Μία σαφώς καθορισμένη επιφάνεια της ξηράς, εντός της οποίας μεταφέρονται νερό και ιζήματα. Το μέγεθος μιας λεκάνης απορροής ποικίλει από μερικά km2 για μικρά ρέματα, έως πολύ εκτενείς περιοχές.


    Λίμνη
    Μεγάλη έκταση εσωτερικών ηπειρωτικών υδάτων, συνήθως γλυκών, που η προέλευσή της διαφέρει (τεκτονική, παγετωνική, ηφαιστειακή κ.ά.).

    Μ

    Μαίανδροι
    Είναι οι ελικοειδείς ή ημικυκλικές μορφές που σχηματίζει ο ποταμός, κυρίως στον μέσο ρου του, όταν η ταχύτητά του μειώνεται αισθητά και δεν μπορεί να διαβρώσει τα εμπόδια που συναντάει. Ως εκ τούτου η πραγματική αιτία μαιανδρισμού σχετίζεται με την ικανότητα του ποταμού να προσαρμόζεται στο περιβάλλον του. Το όνομά τους το οφείλουν στον ποταμό Μαίανδρο της Μικράς Ασίας, ο οποίος σχηματίζει πολλές τέτοιες μορφές. Τυπικούς μαιάνδρους σχηματίζει στην Ελλάδα ο ποταμός Νέστος.


    Μορφολογικές δομές κατά μήκος μαιανδρικών ρεμάτων
    (Πηγή: μετατροπή από Marshak, Earth, 6th Edition)

    Μάργα
    Ιζηματογενές πέτρωμα, πολύ μαλακό, που χρησιμοποιείται για τη βελτίωση των εδαφών. Αποτελείται από ασβεστίτη ή δολομίτη και αργιλικά ορυκτά.

    Η επιφάνειά της σπάει εύκολα, η υφή της είναι ανώμαλη, έχει αφή λιπαρή και όταν μένει στον αέρα τρίβεται. Στην Ελλάδα υπάρχουν μεγάλες ποσότητες μάργας που καταλαμβάνουν μεγάλες εκτάσεις, ιδιαίτερα στις παραλιακές περιοχές της Πελοποννήσου και είναι γνωστές με την κοινή ονομασία ασπριές ή ασπροχώματα. Εξορύσσονται είτε επιφανειακά είτε με φρεάτια.

    Μείωση κινδύνου καταστροφών (Disaster risk reduction)
    Είναι η έννοια της μείωσης των κινδύνων καταστροφών μέσω συστηματικών προσπαθειών για την ανάλυση και διαχείριση των αιτιολογικών παραγόντων των καταστροφών, μεταξύ άλλων μέσω της ελαχιστοποίησης της τρωτότητας των ανθρώπων και των δομών, τη σωστή διαχείριση της γης και του περιβάλλοντος και τη βελτίωση της ετοιμότητας στις ανεπιθύμητες ενέργειες (UNISDR, 2009).

    Μετριασμός επιπτώσεων - Πρόληψη
    Καλύπτει ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, όπως η κατασκευή τεχνικών έργων, ο σχεδιασμός χρήσεων γης και η σύνταξη, διάδοση και διατήρηση σχεδίων εκκένωσης.

    Ο

    Οδηγία - Πλαίσιο για τα ύδατα
    Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).

    Οδηγία 2007/60/ΕΚ
    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι οι πλημμύρες είναι φυσικά φαινόμενα τα οποία είναι αδύνατο να προληφθούν, μπορεί να προκαλέσουν θανάτους, μετακινήσεις πληθυσμών και ζημιές στο περιβάλλον, να θέσουν σοβαρά σε κίνδυνο την οικονομική ανάπτυξη και να υπονομεύσουν τις οικονομικές δραστηριότητες της Κοινότητας, έθεσε σε ισχύ την Οδηγία 2007/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για την αξιολόγηση και τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας. Διερεύνηση επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών στο περιβάλλον.

    Η Οδηγία αποσκοπεί στη θέσπιση πλαισίου για την αξιολόγηση και τη διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας με στόχο τη μείωση των αρνητικών συνεπειών στην ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον, την πολιτιστική κληρονομιά και τις οικονομικές δραστηριότητες. Σύμφωνα με την Οδηγία τα Κράτη Μέλη πρέπει να προβούν στις ακόλουθες δράσεις:

    • Διεξαγωγή Προκαταρκτικής Αξιολόγησης Κινδύνου Πλημμύρας (εφεξής ΠΑΚΠ) για κάθε Περιοχή Λεκάνης Απορροής Ποταμού (ΠΛΑΠ) ή τμήμα διεθνούς περιοχής λεκάνης απορροής ποταμού που βρίσκεται στην επικράτειά τους. Βάσει της ΠΑΚΠ προσδιορίζονται οι περιοχές για τις οποίες συμπεραίνεται ότι υπάρχουν δυνητικοί σοβαροί κίνδυνοι πλημμύρας ή είναι πιθανόν να σημειωθεί πλημμύρα.

    • Κατάρτιση χαρτών επικινδυνότητας πλημμύρας και χαρτών κινδύνων πλημμύρας σε επίπεδο ΠΛΑΠ για τις ανωτέρω περιοχές.

    • Κατάρτιση Σχεδίων Διαχείρισης των Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ) σε επίπεδο ΠΛΑΠ για τις περιοχές που υπάρχουν δυνητικοί σοβαροί κίνδυνοι πλημμύρας ή είναι πιθανόν να σημειωθεί πλημμύρα σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 7 της Οδηγίας 2007/60/ΕΚ. Τα ΣΔΚΠ θα πρέπει να εστιάζονται στην πρόληψη, στην προστασία και στην ετοιμότητα. Προκειμένου να δοθεί στους ποταμούς περισσότερος χώρος, τα εν λόγω σχέδια θα πρέπει να εξετάζουν, όπου είναι δυνατόν, τη διατήρηση ή/και αποκατάσταση πλημμυρικών περιοχών, καθώς και μέτρα πρόληψης και μείωσης των ζημιών που προκαλούνται από τις πλημμύρες στην υγεία και τη ζωή των ανθρώπων, στο περιβάλλον, στην πολιτιστική κληρονομιά, οικονομική δραστηριότητα και στις υποδομές. Τα ΣΔΚΠ λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των περιοχών που καλύπτουν και παρέχουν ενδεδειγμένες λύσεις, ανάλογα με τις ανάγκες και τις προτεραιότητες των περιοχών αυτών (Οδηγία 2007/60/ΕΚ).


    Οροπέδιο
    Πεδινή έκταση της επιφάνειας της γης που βρίσκεται σε κάποιο υψόμετρο πάνω σε λόφο ή συχνότερα πάνω σε βουνό. Το οροπέδιο μπορεί να προέλθει είτε από διάβρωση κορυφών, είτε από σύστημα ρηγμάτων σε ορεινές περιοχές.

    Ό

    Όρος
    Φυσική ανύψωση του εδάφους της γης.

    Ο

    Οροσειρά
    Σύνολο πτυχώσεων του φλοιού της γης που σχηματίζουν ένα ενιαίο ορεινό συγκρότημα.

    Ό

    Όχθη
    Μέρος της ξηράς που βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια νερού.

    Π

    Παραπόταμος
    Ρέμα ή ποταμός που εκβάλλει σε έναν κύριο ποταμό ή μια λίμνη.

    Παροχή
    Ο όγκος του νερού που διέρχεται από ένα σημείο σε συγκεκριμένο χρόνο. Συνήθως συμβολίζεται με Q και μετριέται σε m3/sec. Σε μια θέση ποταμού, υπολογίζεται από τον τύπο Q= AxU, όπου Α το εμβαδόν διατομής της κοίτης (μέσο βάθος επί πλάτος) και U η ταχύτητα ροής του ρέματος. Όσο αυξάνει η παροχή, τόσο αυξάνεται το πλάτος, το βάθος και η ταχύτητα του ρέματος. Με την αύξηση του πλάτους και του βάθους, το ρέμα μπορεί να υπερβεί τα όρια της κοίτης και να προκαλέσει πλημμύρα.

    Πεδιάδα
    Επίπεδη έκταση γης κατάλληλη συνήθως για καλλιέργεια (κάμπος). Εμφανίζονται κατά μήκος κοιλάδων ή στη βάση ορέων, ως παράκτιες πεδιάδες και ως οροπέδια ή υψίπεδα.

    Περατότητα (ή υδραυλική αγωγιμότητα) υλικού
    H ευκολία που το νερό κινείται μέσα από τους πόρους ή τις ρωγμές πετρωμάτων ή γεωλογικών σχηματισμών και εκφράζεται σε m/sec (συντελεστής περατότητας). Μπορεί ένα υλικό να έχει μεγάλο πορώδες, αλλά η περατότητά του να είναι μικρή. Αυτό θα συμβεί όταν το μέγεθος των πόρων είναι μικρό και οι πόροι δεν επικοινωνούν μεταξύ τους. Για παράδειγμα, οι αργιλικοί σχηματισμοί έχουν μεγάλο πορώδες, αλλά μικρή περατότητα. Αυτό συμβαίνει γιατί οι πόροι είναι μικροί (λεπτόκοκκοι σχηματισμοί) και επειδή τα αργιλικά ορυκτά διογκώνονται και συγκρατούν το νερό, όταν έρθουν σε επαφή με αυτό (Δεμιρτζάκης Μ. & Λέκκας Σ., 2010).

    Συμβατικά ο Σούλιος (2010, σ. 277) διακρίνει τα πετρώματα σε τρεις κατηγορίες:
    α. διαπερατά με συντελεστή περατότητας Κ>10 -5  m/sec
    β. ημιπερατά  με συντελεστή περατότητας 10 -5 Κ≥10 -7  m/sec
    γ. αδιαπέρατα με συντελεστή περατότητας Κ<10 -7  m/sec

    Περιβαλλοντική επικινδυνότητα
    Τα γεγονότα ή διαδικασίες, φυσικές ή επαγωγικές, που προκαλούν μια επιβλαβή αλλαγή για τον άνθρωπο και τις δραστηριότητές του στη γήινη  επιφάνεια.

    Περιοχές λεκάνης απορροής ποταμού
    Οι κύριες μονάδες διαχείρισης λεκανών απορροής  ποταμού. Οι περισσότερες περιοχές λεκάνης απορροής ποταμού σύμφωνα με την Οδηγία για τις πλημμύρες προσομοιάζουν στις αντίστοιχες της Οδηγίας ‐ Πλαισίου για τα ύδατα.
    (https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)

    Περιοχή δυνητικά σημαντικού κινδύνου πλημμύρας (ΠΔΣΚΠ)
    Περιοχές που έχουν προσδιοριστεί ότι διατρέχουν δυνητικά σημαντικό κίνδυνο πλημμύρας από ποταμούς, βροχές, υπόγεια ύδατα, θάλασσες και φυσικές ή τεχνητές λίμνες.
    (https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)

    Πηγή (ποταμού)
    α. Θέση της επιφάνειας της γης από την οποία ξεκινούν τα νερά ενός ποταμού
    β. Συγκεντρωμένη εκροή υπόγειου νερού που εμφανίζεται στην επιφάνεια του εδάφους σαν ένα ρεύμα ρέοντος νερού (Todd 1980).

    Πηλός - Πηλίτης
    Ιζηματογενές πέτρωμα που αποτελείται κυρίως από αργιλικά ορυκτά και χαλαζιακή άμμο (SiΟ2). Ο ασβεστούχος πηλός (Loess) περιέχει πολύ ασβέστιο (Ca).

    Πλημμύρα
    Η διακυβερνητική επιτροπή για την κλιματική αλλαγή (IPCC) ορίζει την πλημμύρα ως την υπερχείλιση των φυσιολογικών ορίων ρέ(υ)ματος ή άλλης υδάτινης μάζας, ή τη συσσώρευση νερού σε περιοχές που υπό κανονικές συνθήκες δεν είναι βυθισμένες.
    (https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)

    Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Οδηγία για τις πλημμύρες (2007/60/ΕΚ άρθρο 2_παρ. 1), ως πλημμύρα ορίζεται «η προσωρινή κάλυψη του εδάφους από νερό το οποίο, υπό κανονικές συνθήκες, δεν είναι καλυμμένο από νερό. Αυτή περιλαμβάνει πλημμύρες από ποτάμια, ορεινούς χείμαρρους και υδατορεύματα εφήμερης ροής, υπερχειλίσεις λιμνών, πλημμύρες από υπόγεια ύδατα και από τη θάλασσα σε παράκτιες περιοχές. Ακόμη, περιλαμβάνει πλημμύρες από καταστροφές μεγάλων υδραυλικών έργων, όπως θραύσεις αναχωμάτων και φραγμάτων».

    Επίσης, «η κατάσταση κατά την οποία περιοχές που συνήθως είναι στεγνές, καλύπτονται από ποσότητες νερού για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα» (Καθηγητής κ. Αθανάσιος Λουκάς, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο).

    Ως κίνδυνος πλημμύρας ορίζεται «ο συνδυασμός της πιθανότητας να λάβει χώρα πλημμύρα και των δυνητικών αρνητικών συνεπειών για την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον, την πολιτιστική κληρονομιά και τις οικονομικές δραστηριότητες, που συνδέονται με αυτή την πλημμύρα» (Οδηγία 2007/60/ΕΚ, άρθρο 2 παρ. 2.).

    Ως επικινδυνότητα πλημμύρας ορίζεται:
    α. Η «δυνατότητα εμφάνισης πλημμύρας σε συγκεκριμένο χώρο (ποσοτικοποιούμενη μέσω του βάθους νερού, της ταχύτητας ροής ή άλλου χαρακτηριστικού υδρολογικού ή υδραυλικού μεγέθους), που αντιστοιχεί σε δεδομένη πιθανότητα υπέρβασης» (Οδηγία 2007/60/ΕΚ) ή
    β. Η πιθανότητα δυνητικά καταστροφικού συμβάντος πλημμύρας εντός δεδομένης περιόδου. (https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)

    Πλημμύρες από βροχή
    Πλημμύρες που προκαλούνται από έντονες βροχοπτώσεις οι οποίες  κατακλύζουν κορεσμένα φυσικά ή αστικά συστήματα αποστράγγισης. Η περίσσεια του νερού δεν μπορεί να απορροφηθεί και εκρέει σε δρόμους ή ρέει από τις πλαγιές λόφων. (https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)

    Πλημμύρες αστικές (Urban/pluvial/surface floods)
    Η κάλυψη του εδάφους με αδιαπέρατα υλικά στις αστικές περιοχές μειώνει το ποσοστό κατείσδυσης, με αποτέλεσμα το νερό να διαφεύγει μέσω του υπάρχοντος δικτύου αποστράγγισης.

    Πλημμύρες αστραπιαίες ή αιφνίδιες (Flash floods)
    α. Αποτελούν υποκατηγορία των πλημμυρών από βροχή. Είναι μια πλημμύρα κατά την οποία η υπερχείλιση και η μετέπειτα υποχώρηση του νερού, λαμβάνει χώρα σε σύντομο χρονικό διάστημα, συνοδεύεται από λίγα ή και καθόλου προειδοποιητικά σημάδια και συνήθως οφείλεται στις ισχυρές βροχοπτώσεις σε μια σχετικά μικρή περιοχή.(https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)

    β. Πρόκειται για πλημμύρες που εξελίσσονται ραγδαία, με ελάχιστα περιθώρια αντίδρασης για την αποφυγή ανθρώπινων απωλειών και υλικών ζημιών.

    Πλημμύρες εδαφικού κορεσμού (Groundwater floods)
    Εκδηλώνονται όταν το νερό της βροχής απορρέει επιφανειακά στο σύνολό του, καθώς το έδαφος είναι κορεσμένο και η στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα ανέρχεται στην επιφάνεια. Μοιάζουν με τις αστικές, αλλά συμβαίνουν κυρίως σε αγροτικές περιοχές.

    Πλημμύρες εκτεταμένες, μακροχρόνιες (Plain floods)
    Συχνά καταλήγουν σε πλημμύρες μεγαλύτερων περιοχών, σχετίζονται με προηγούμενο κορεσμό του εδάφους και συμβαίνουν κυρίως στις πεδιάδες, όταν τα χαντάκια ή η οχύρωση κατά μήκος μεγάλων ποταμών δεν μπορούν πλέον να αντέξουν το νερό από την υπερχείλιση των ποταμών. Από την άλλη πλευρά, οι στιγμιαίες πλημμύρες οφείλονται, συνήθως, σε πολύ εντατική τοπική βροχόπτωση.

    Πλημμύρες λόγω αστοχίας φραγμάτων ή αναχωμάτων
    Προκύπτουν όταν αστοχούν φράγματα ή αναχώματα που συγκρατούν μεγάλους όγκους νερού. Χαρακτηριστικό τους αποτελεί η υψηλή ταχύτητα εξέλιξης του φαινομένου, η οποία σταδιακά μειώνεται με την πάροδο του χρόνου και την επέκταση της πλημμύρας. Η, συνήθως αιφνίδια, εκδήλωσή τους αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για ανθρώπους και ιδιοκτησίες.

    Πλημμύρες παράκτιες (Coastal floods)
    α. Πλημμύρες σε παράκτια εδάφη χαμηλού υψόμετρου από ύδατα από τη θάλασσα, εκβολές ποταμών ή παράκτιες λίμνες, οφειλόμενες σε φαινόμενα όπως ακραία παλιρροϊκά επίπεδα, καταιγίδες ή τη δράση των κυμάτων.(https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)

    β. Αφορά μια μάζα νερού, της οποίας η στάθμη αυξάνει και εισέρχεται σε παράκτιες περιοχές.

    Πλημμύρες ποτάμιες (River floods)
    α. H ασυνήθιστα υψηλή στάθμη των υδάτων, η οποία υπερβαίνει τις φυσικά διαμορφωμένες όχθες β. Πλημμύρες που συμβαίνουν όταν ένα φυσικό ή τεχνητό σύστημα αποστράγγισης, όπως ποταμός, ρέμα ή κανάλι αποστράγγισης, υπερβαίνει τη χωρητικότητά του.(https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf)

    Πλημμυρικό πεδίο
    Η σχεδόν επίπεδη περιοχή που περιβάλλει το ποτάμι και πλημμυρίζει. Αποτελεί τμήμα του υδρογραφικού δικτύου και λειτουργεί ως φυσική δεξαμενή ή προσωρινό κανάλι για τα πλημμυρικά ύδατα. Στις περιπτώσεις που ο όγκος του νερού της βροχής είναι μεγαλύτερος από αυτόν που μπορεί να παροχετεύσει η κοίτη του ποταμού, το νερό θα υπερκαλύψει τις όχθες του ποταμού και θα απλωθεί στο πλημμυρικό πεδίο.

    Η προσωρινή κάλυψη του εδάφους από ύδατα (Πηγή: μετατροπή από Stream Corridor Restoration, 1998)



    Πλημμυρικό πεδίο χείμαρρου με μικρό φυσικό ανάχωμα (Σεργούλα Φωκίδας)



     

    Πορθμός
    Στενή λωρίδα θάλασσας που ενώνει δυο θάλασσες και χωρίζει δυο στεριές (π.χ. Ευρίπου).

    Πορώδες (ολικό) πετρώματος ή εδάφους
    Το μέτρο των διάκενων που περιέχονται σε ένα πέτρωμα ή έδαφος. Εκφράζεται (%) ως ο λόγος του όγκου των διάκενων ενός πορώδους μέσου προς τον συνολικό όγκο του (από σημειώσεις Καλλέργη Γ, 1981). Το πορώδες εξαρτάται από το είδος του υλικού και τις συνθήκες σχηματισμού του, από το σχήμα, τη διάταξη, το μέγεθος και την κατανομή των κόκκων. Το μεγαλύτερο ολικό πορώδες παρουσιάζουν οι άργιλοι και κυρίως οι πρόσφατοι πηλοί.



    Κατά τον Σούλιο Γ. (2010, σ.139) τα πετρώματα και οι γεωλογικοί σχηματισμοί, σε σχέση με την αποθήκευση και τη ροή του υπόγειου νερού, διακρίνονται σε δυο κατηγορίες:

    α. Τα κοκκώδη ή πορώδη πετρώματα και σχηματισμοί που έχουν περατότητα ενδιακενική ή είναι «μικροπερατά» λόγω μικρών, πλην όμως σχετικά πυκνών πόρων και διάκενων (πρόσφατες προσχώσεις και αποθέσεις με μικρή διαγένεση και ομογενοποίηση, οι ψαμμίτες, τα μολασσικά ιζήματα, φλύσχες που διατηρούν τον αρχικό κοκκώδη υφή τους κ.ά.).

    β. Τα ρωγμώδη πετρώματα ή ρωγμώδεις σχηματισμοί που έχουν δευτερογενώς σχηματισθείσες ρωγμές ή έγκοιλα με περατότητα ρωγμών ή μακροπερατότητα ή είναι «μακροπερατά» λόγω της ύπαρξης μεγάλων - μακρών, πλην όμως σχετικά αραιών ρωγμών και έγκοιλων (ανθρακικά πετρώματα και σχηματισμοί, όπως ασβεστόλιθοι, καθώς και γρανίτες, οφιόλιθοι και άλλα πυριγενή ή μεταμορφωμένα που δείχνουν παρόμοια συμπεριφορά). Ειδικά τα ανθρακικά πετρώματα (ασβεστόλιθοι, μάρμαρα κ.λπ.) αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία τους καρστικούς σχηματισμούς που ανήκουν στα ρωγμώδη που έχουν όμως και δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.

    Μια άλλη κατάταξη των πετρωμάτων ή σχηματισμών, ανάλογα με την ύπαρξη ή μη διάκενων στο εσωτερικό τους είναι η παρακάτω (Σούλιος, 2010, σ.140):
    α. Συμπαγή πετρώματα ή σχηματισμοί: χωρίς κανένα απολύτως κενό στο εσωτερικό τους (πρωτογενές ή δευτερογενές) και
    β. Πορώδη ή ρωγμώδη πετρώματα ή σχηματισμοί: που φέρουν στο εσωτερικό τους διάφορα κενά (πόρους, ρωγμές κ.λπ.).

    Πορώδες ενεργό πετρώματος ή εδάφους
    Αναφέρεται στο ποσό των επικοινωνούντων διάκενων που διατίθενται για τη ροή του ρευστού (π.χ. νερού) από τη βαρύτητα και εκφράζεται (%) με τον λόγο του όγκου των διάκενων ενός πορώδους μέσου που επικοινωνούν μεταξύ τους, προς τον συνολικό όγκο του πετρώματος ή εδάφους (από σημειώσεις Καλλέργη Γ, 1981). Αντίθετα με το ολικό πορώδες, οι άργιλοι και κυρίως οι πρόσφατοι πηλοί έχουν σχεδόν μηδενικό ενεργό πορώδες.

    Ποτάμι
    Ρεύμα νερού που καταλήγει σε θάλασσα ή λίμνη.

    Ποτάμιο σύστημα
    Το σύνολο που περιλαμβάνει την κοίτη του ποταμού (πυθμένας και πρανή), τις όχθες, τις γειτονικές προς τις όχθες περιοχές (παρόχθιες) και τις πλημμυρικές επιφάνειες (κοίτη πλημμυρών).

    Ποταμονησίδες (River islands)
    Εδαφικοί γεωμορφολογικοί σχηματισμοί που περιβάλλονται από νερό ποταμού («σαν νησιά») και προκύπτουν από εποχιακές μεταβολές στη ροή του με τη συσσώρευση και εναπόθεση ιζημάτων σε μια περιοχή εντός του ποταμού.

    Ο τρόπος σχηματισμού τους είναι ο εξής: κατά τις υγρές ή πλημμυρικές περιόδους που η στάθμη του ποταμού είναι υψηλή, το ποτάμιο ρεύμα μεταφέρει και αποθέτει ποσότητες ιζημάτων σε ένα τμήμα εντός αυτού. Όμως κατά τη διάρκεια της ξηρής περιόδου ή λόγω διάβρωσης της κοίτης ή της όχθης του ποταμού, η στάθμη του μειώνεται και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την έκθεση στην επιφάνεια των αποτεθέντων ιζημάτων. Η διαδικασία μπορεί να υποβοηθηθεί μέσω τεχνητής ενίσχυσης ή φυσικών παραγόντων, όπως καλάμια, φοίνικες, αειθαλή δέντρα ή ιτιές, που λειτουργούν ως εμπόδια ή φραγμοί διάβρωσης, έτσι ώστε το νερό να ρέει γύρω τους. Τα νησιά μπορεί να είναι μικρά ή μεγάλα, καλύπτοντας πολλά τετραγωνικά χιλιόμετρα. Μπορεί να έχουν προσωρινό ή μόνιμο χαρακτήρα. Στις μόνιμες νησίδες μπορεί να αναπτυχθεί βλάστηση και να φωλιάσουν πουλιά.


    Ποταμονησίδα στον Αχελώο (θέση Καλύβια)


    Ποταμονησίδα στον Γιαγκτσέ (Κίνα-Γιουχάν) (Από Google Earth)

    Πρανές
    Στη γεωμορφολογία περιγράφει μια απότομη επιφάνεια στο ανάγλυφο του εδάφους, δηλαδή μια επιφάνεια με κλίση. Τα πρανή όπως αναφέρουν οι  R. J. Chorley et al, 1985, αφενός «δημιουργούν τη μορφολογία του τοπίου» και αφετέρου «αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του αποχετευτικού συστήματος παρέχοντας νερό και ιζήματα στα ρέματα» (βλ. Εικόνα κάτω).


    Πράσινη υποδομή
    Σχεδιασμένο δίκτυο φυσικών ή ημιφυσικών χώρων, σε αστικό ή αγροτικό περιβάλλον, σχεδιασμένο για την αντιμετώπιση των κλιματικών προκλήσεων, το οποίο παράλληλα συντελεί στην υποστήριξη ή αποκατάσταση φυσικών και οικολογικών διεργασιών. Παράδειγμα πράσινης υποδομής αποτελεί η αποκατάσταση πλημμυρικής περιοχής για την πρόληψη πλημμύρας σε ευάλωτες περιοχές.

    Προσχώσεις
    Απόθεση των μεταφερόμενων υλικών από κάποιο υγρό μέσο, που έχουν προέλθει από διάβρωση ή εξαλλοίωση (αποσάθρωση) πετρωμάτων και σχηματίζουν προσχωσιγενή εδάφη, προσχωσιγενείς πεδιάδες, δέλτα ποταμών. Είναι κυρίως χάλικες, άμμος, ιλύς και άργιλος που έχουν μεταφερθεί με τη βοήθεια του νερού (π.χ. ποταμού), του πάγου (π.χ. παγετώνες) ή του αέρα.

    Ρ

    Ρε(ύ)μα (κύριο) ποταμού
    α. Ο κορμός του υδάτινου ρεύματος μεταξύ του σημείου που ενώνονται όλοι οι παραπόταμοι και του σημείου των εκβολών του. β. Είναι ένα υδάτινο σώμα που μεταφέρει στερεά υλικά διάβρωσης της ξηράς και εν διαλύσει ιόντα, το οποίο ρέει προς χαμηλότερο υψόμετρο κατά μήκος ενός σαφώς καθορισμένου αγωγού.

    Ρύπανση ποταμού
    Ο εμπλουτισμός του νερού των ποταμών με χημικές ουσίες, οι οποίες προέρχονται από διάφορες ανθρώπινες δραστηριότητες, που έχει ως αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση της φυσικής τους σύστασης. Η ρύπανση μπορεί να αφορά ανόργανες ή και οργανικές ουσίες, που προέρχονται από αστικά λύματα, γεωργικές ή βιομηχανικές δραστηριότητες.

    Σ

    Σαραζανέτια ή αντιπλημμυρικά πλέγματα
    Δομές σε μορφή ορθογωνίων κιβωτίων που γεμίζονται με λίθους (κυρίως ασβεστολιθικές κροκάλες ή λατύπες) και περιβάλλονται (δένονται) με χαλύβδινο συρματόπλεγμα. Χρησιμοποιούνται για την κατασκευή τοίχων αντιστήριξης, ως παρεμβάσεις για προστασία από πλημμύρες, κατολισθήσεις, διάβρωση και υποσκαφή από το νερό. Ειδικότερα για επενδύσεις πρανών χείμαρρων, ποταμών και άλλων έργων (αντιμετώπιση υψηλών ταχυτήτων, στερεομεταφοράς, δυσμενών γεωλογικών συνθηκών κ.λπ.) (βλ. Εικόνες).




    Στάδια εξέλιξης (απογύμνωσης) ποταμού
    Τα στάδια εξέλιξης ενός ποταμού μπορεί να είναι τρία ανάλογα με τα χαρακτηριστικά όπως ανάπτυξη υδρογραφικού δικτύου, ταχύτητα ροής, κλίσεις πρανών, κοιλάδων και κοίτης, βαθμός διάβρωσης και αποσάθρωσης, μεταφορική ικανότητα, ρυθμός εκβάθυνσης κοίτης. Αυτά είναι α. το στάδιο νεότητας, β. το στάδιο ωριμότητας και γ. το στάδιο γήρατος.

    Στόμιο
    Το τελικό σημείο, με το χαμηλότερο υψόμετρο, από το οποίο διέρχεται ένα δίκτυο υδατορευμάτων μιας λεκάνης απορροής.

    Τ

    Τραβερτίνης
    Ιζηματογενές πορώδες πέτρωμα που αποτελείται από ανθρακικό ασβέστιο (CaCO3) και σχηματίζεται κοντά σε επιφανειακά ή υπόγεια νερά (θερμά ή ψυχρά) και σε εδάφη με υδροχαρή βλάστηση. Έχει χημική προέλευση. Οι πόροι προέρχονται από τη σήψη (σάπισμα) των κλαδιών, κορμών ή βλαστών γύρω από τους οποίους αποτίθεται το ανθρακικό ασβέστιο. Είναι σχετικά εύθραυστος και σχηματίζει τους σταλακτίτες - σταλαγμίτες των ασβεστολιθικών σπηλαίων (τραβερτίνης των σπηλαίων) (βλ. Εικόνα).


    Τρωτότητα (Vulnerability)
    1. Ο όρος τρωτότητα αναφέρεται στα χαρακτηριστικά και τις συνθήκες μιας κοινότητας, ενός συστήματος ή μιας υποδομής, που καθορίζονται από φυσικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες ή διεργασίες, και τα καθιστούν ευπαθή στην επίδραση ενός επικίνδυνου φαινομένου. Τέτοιοι παράγοντες είναι χαμηλής ποιότητας μελέτη και κατασκευή κτηρίων και έργων υποδομής, ανεπαρκής συντήρηση υποδομών, έλλειμμα στην ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού, κακή εκτίμηση της επικινδυνότητας και υστέρηση στη λήψη κατάλληλων μέτρων, αλόγιστη χρήση περιβαλλοντικών πόρων. Η τρωτότητα μπορεί να παρουσιάζει σημαντική ανισοκατανομή μέσα στην ίδια κοινότητα και διακυμάνσεις στον χρόνο («2009 UN/ISDR Terminology on Disaster Risk Reduction»).

    2. Οι συνθήκες που καθορίζονται από φυσικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς, τεχνικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες ή διαδικασίες που αυξάνουν την ευπάθεια του ατόμου, των κοινωνικών ομάδων και των υποδομών σε περίπτωση εκδήλωσης κινδύνου ή καταστροφής (http://www.opengov.gr/yptp/?p=1253).

    *Ο Κίνδυνος (Risk) και κατ' επέκταση η Καταστροφή (Disaster) είναι συνάρτηση της αλληλεπίδρασης της Επικινδυνότητας (Hazard) και της Τρωτότητας (Vulnerability).

    Υ

    Υδατικό διαμέρισμα
    Μια ειδική περιοχή που έχει σκοπό την παροχή νερού και οχετών σε μια περιοχή. Η Ελλάδα διαιρείται σε 14 Υδατικά Διαμερίσματα (Περιοχές Λεκανών Απορροής Ποταμών), σύμφωνα με την, από 16 Ιουλίου 2010, Απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Υδάτων (ΦΕΚ 1383/8/2-9-10 και ΦΕΚ 1572/Β/28-9-10 που διορθώνει το Παράρτημα II του προηγούμενου ΦΕΚ). Τα δεδομένα προέρχονται από το θεματικό επίπεδο των υδατικών διαμερισμάτων της βάσης δεδομένων του Υδροσκοπίου και δημιουργήθηκαν με βάση την κοινοτική οδηγία περί υδάτων (2000/60/EC).
    (http://geodata.gov.gr/maps/?package=778423ef-c344-438a-8f45-69a60eac02af&resource=8a6f7eb8-2a03-4edd-8eb7-1e6d10ab5785&locale=el)

     Τα 14 υδατικά διαμερίσματα της Ελλάδας είναι τα παρακάτω:

    01 Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου
    02 Υδατικό Διαμέρισμα Βόρειας Πελοποννήσου
    03 Υδατικό Διαμέρισμα Ανατολικής Πελοποννήσου
    04 Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Στερεάς Ελλάδας
    05 Υδατικό Διαμέρισμα Ηπείρου
    06 Υδατικό Διαμέρισμα Αττικής
    07 Υδατικό Διαμέρισμα Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας
    08 Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας
    09 Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Μακεδονίας
    10 Υδατικό Διαμέρισμα Κεντρικής Μακεδονίας
    11 Υδατικό Διαμέρισμα Ανατολικής Μακεδονίας
    12 Υδατικό Διαμέρισμα Θράκης
    13 Υδατικό Διαμέρισμα Κρήτης
    14 Υδατικό Διαμέρισμα Νήσων Αιγαίου

    Υδρογράφημα
    Το διάγραμμα της παροχής ή ανύψωσης στάθμης της επιφάνειας του νερού συναρτήσει του χρόνου εξέλιξης μίας πλημμύρας σε ορισμένο σημείο της κοίτης ενός ρέματος.

    Υδρογράφημα ρέματος κατά την εκδήλωση βροχόπτωσης
    (Πηγή: μετατροπή από Richards S., alevelrivers. weebly.com)


    Υδρογραφικό δίκτυο
    Το σύνολο των ρυακιών, χείμαρρων, παραπόταμων μαζί με το κύριο ποτάμι, μιας λεκάνης απορροής αποτελούν το υδρογραφικό δίκτυο της λεκάνης. Μπορεί, επίσης, να θεωρηθεί ως υδρογραφικό δίκτυο, το σχήμα που έχει ένα ποτάμιο σύστημα. Ανάλογα με τις γεωλογικές συνθήκες και τα πετρώματα που επικρατούν στην περιοχή, το υδρογραφικό δίκτυο μπορεί να έχει διάφορες μορφές (δενδριτική, ορθογώνια, δικτυωτή, ακτινωτή, παράλληλη κ.λπ.). Οι παράγοντες που επηρεάζουν τον σχηματισμό και την εξέλιξη ενός υδρογραφικού δικτύου είναι: το κλίμα, η γεωλογία, η τεκτονική, καθώς και οι ανθρωπογενείς επεμβάσεις και χρήσεις γης.

    Υδροκρίτης ή υδροκριτική γραμμή
    Φανταστική γραμμή που συνδέει τα ψηλότερα σημεία μιας περιοχής (λόφοι, βουνοκορφές), ορίζει τη ροή των όμβριων υδάτων και καθορίζει τα όρια κάθε λεκάνης απορροής (υδρολογικής λεκάνης) που αποστραγγίζεται διαμέσου του υδρογραφικού δικτύου. Για να οριστούν τα όρια μιας λεκάνης απορροής, πρέπει πρώτα να κατασκευαστεί ο υδροκρίτης του δικτύου (βλ. Εικόνα).


    Υδρολογικό ισοζύγιο
    Η μαθηματική έκφραση του υδρολογικού κύκλου μίας λεκάνης απορροής αποτελεί το υδρολογικό ισοζύγιό της και περιγράφει την ισορροπία εισερχόμενου και εξερχόμενου νερού στη λεκάνη, σύμφωνα με τον γενικό τύπο: P=E+R+I,
    όπου P: Ετήσια Ατμοσφαιρικά Κατακρημνίσματα (Βροχή, Χιόνι, Χαλάζι), Ε: Εξατμισοδιαπνοή (Εξάτμιση και Αναπνοή/Διαπνοή των φυτών), R: Επιφανειακή Απορροή (Ποτάμια, Χείμαρροι) και I: Κατείσδυση (Απορρόφηση από το έδαφος).

    Η γνώση του υδρολογικού ισοζυγίου μιας υδρολογικής λεκάνης είναι πρωτεύουσας σημασίας για την ορθολογική αξιοποίηση του υδατικού δυναμικού της.

    Υδρολογικός κύκλος
    Μια σειρά διαδικασιών με τις οποίες το νερό κυκλοφορεί μεταξύ υδρόσφαιρας, ατμόσφαιρας, ξηράς και θάλασσας. Σε αυτή την αλυσίδα το νερό εμφανίζεται με όλες τις μορφές: υγρό, αέριο (υδρατμοί) και στερεό (χιόνι, χαλάζι). Το σύνολο της ενέργειας που κατευθύνει τον κύκλο του νερού προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από τον ήλιο. Το συνολικό φαινόμενο της κυκλοφορίας και κατανομής του νερού στην ατμόσφαιρα και τη γη μπορεί να εκφρασθεί από τη σχέση: P=E+R+I.
    Όπου: P = τα ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα (precipitation), E = η πραγματική εξατμισοδιαπνοή (evapotranspiration ), R = η επιφανειακή απορροή (runoff) και I = η κατείσδυση (infiltration).
    (http://www.geo.auth.gr/courses/ggg/ggg887e/1-1.html)


    Φ

    Φαράγγι
    Μια πολύ στενή κοιλάδα με απότομα, σχεδόν κατακόρυφα, πρανή εκατέρωθεν του ποταμού που βρίσκονται ανάμεσα σε λόφους ή βουνά. Ο σχηματισμός του οφείλεται, συνήθως, στη διαβρωτική δράση του νερού σε συνδυασμό με τεκτονικά αίτια (ρήγματα, ορογενετικές κινήσεις), αλλά και σε δράση των παγετώνων.

    Φερτά υλικά
    Στερεά υλικά που μεταφέρονται από το νερό ή αποτίθενται.
    Διακρίνονται σε:
    α) πυθμενικά αυτά που κινούνται πάνω στην κοίτη των ποταμών ολισθαίνοντας, κυλιόμενα ή αναπηδώντας,
    β) αιωρούμενα αυτά που διατηρούνται σε αιώρηση μέσω του τυρβώδους και αποτελούν, συνήθως, το μεγαλύτερο τμήμα των φερτών υλικών και
    γ) επιπλέοντα που είναι συνήθως οργανικής προέλευσης, όπως υδρόβια φυτά, τμήματα δέντρων κ.ά.

    Φλύσχης
    Ρυθμική εναλλαγή αργιλοσχιστωδών πετρωμάτων, μαργών, ψαμμιτών και μερικές φορές ασβεστόλιθων (ενδεικτικοί της ηλικίας του). Στην Ελλάδα είναι το τελευταίο ίζημα πριν τις νεογενείς αποθέσεις (στην Πελοπόννησο ηωκαινικός). Επειδή περιέχει άργιλο σχηματίζει το χειμώνα ολισθηρές επιφάνειες και ως εκ τούτου, είναι συχνό το φαινόμενο της κατολίσθησης των επικείμενων προσχώσεων.

    Φορτίο ρεύματος ποταμού
    Τα θραύσματα των πετρωμάτων και τα εν διαλύσει ιόντα που μεταφέρονται από το ρεύμα (αιωρούμενο, πυθμένα, διαλυμένο).

    Χ

    Χείμαρρος
    Μικρό και απότομο ποτάμι που έχει περιοδικά νερό κατά τη βροχερή περίοδο

    Ψ

    Ψαμμίτης
    Κλαστικό ιζηματογενές πέτρωμα που αποτελείται κατά κύριο λόγο από κόκκους άμμου, μεγέθους 0,02-2 χιλιοστά, από τη διαγένεση (συγκόλληση) της οποίας προκύπτουν οι ψαμμίτες. Η άμμος μπορεί να προέρχεται από ρέοντα, θαλάσσια ή λιμναία νερά ή ακόμη από τη δράση του ανέμου που διαβρώνουν και αποσαθρώνουν πετρώματα όλων των κατηγοριών. Η φύση του συνδετικού υλικού ποικίλλει και ανάλογα χαρακτηρίζονται και οι ψαμμίτες: συχνά  είναι ασβεστολιθικό (ασβεστιτικοί ψ.), σπανιότερα δολομιτικό (δολομιτικοί ψ.), αργιλικό ή ασβεσταργιλικό (αργιλικοί ψ.), χαλαζιακό ή γενικότερα πυριτικό (χαλαζιακοί ψ.), γλαυκονιτικό (γλαυκονιτικοί ψ.), οξείδια ή υδροξείδια του σιδήρου (σιδηρομιγείς ψ.) κ.λπ. Τα συνδετικά υλικά, καθώς και άλλα που συνυπάρχουν, δίνουν πολλές φορές χαρακτηριστικό χρώμα και όψη στους ψαμμίτες, όπως πρασινωπό (αν έχουν γλαυκονίτη), κόκκινο ή καφέ (αν  περιέχουν οξείδια σιδήρου). Δεν υπάρχει σχέση μεταξύ βαθμού διαγένεσης (χαλαροί ή συνεκτικοί) και ηλικίας απόθεσής τους. Πάντως οι παλαιότεροι έχουν περισσότερο συνδετικό υλικό. Ορυκτά που κυριαρχούν είναι αυτά που παρουσιάζουν μεγαλύτερη αντίσταση στην εξαλλοίωση, όπως ο χαλαζίας, ο άστριος, ο μαρμαρυγίας (φυλλάρια τοποθετημένα σε παράλληλα επίπεδα που καθορίζουν τη σχιστότητα του πετρώματος), ο γρανάτης, το ρουτύλιο, ο τουρμαλίνης, το ζιρκόνιο και ο ασβεστίτης. Συχνότεροι είναι αυτοί οι ψαμμίτες που περιέχουν περισσότερα του ενός ορυκτά. Χρησιμοποιούνται ως υλικά δόμησης και διακόσμησης. Επίσης, σαν πλάκες για επίστρωση δρόμων και πεζοδρομίων, για τη βελτίωση εδαφών και σε θερμοκήπια. Έχει ειδικό βάρος 1,8-2,7 gr/cm3.
    Βρίσκονται άφθονοι στην Ελλάδα (βλ. Εικόνα).


    Βιβλιογραφία:

    Οδηγία 2007/60/ΕΚ. (2007). Αξιολόγηση και διαχείριση των κινδύνων πλημμύρας.

    ΦΕΚ 102/Β/01.05.2002. Νόμος υπ. αριθμ. 3013 Αναβάθμιση της Πολιτικής Προστασίας και λοιπές διατάξεις.

    ΦΕΚ 423/Β/10-4-2003. Γενικό Σχέδιο Πολιτικής Προστασίας «Ξενοκράτης».

    Burton, I., Kates, R. and White G. (1978). The Environment as Hazard. New York, Oxford University Press.

    UNISDR. (2009). Terminology on Disaster Risk Reduction.

    Wisner, B. and Adams, J. (2002). Environmental health in emergencies and disasters – a practical guide. Switzerland. World Health Organization.

    Βουβαλίδης Κ. (2020). Ο δρόμος για καλύτερες περιβαλλοντικά επιλογές αντιπλημμυρικής προστασίας στην Ελλάδα. Αθήνα.

    Δεμιρτζάκης Μ., Λέκκας Σ. (2010). Διερευνώντας τη Γη. Εισαγωγή στη Γενική Γεωλογία. Αθήνα, Γκέλμπεσης.

    Διακάκης Μ. et al (2020). Νέα ευρήματα και εφαρμογές από πρόσφατες μεγάλες καταστροφές στον ελληνικό χώρο. Αθήνα.

    Δούτσος Θ. (2000). Γεωλογία: Αρχές και εφαρμογές. Αθήνα, Leader Books.

    Μαμάσης Ν. (2014). Πλημμύρες και αντιπλημμυρικά έργα. Αθήνα.

    Λέκκας Ε. (2020). Διαχείριση κλιματικής κρίσης και καταστροφών. Ένας βασικός στόχος της Εκπαίδευσης. Αθήνα.

    Λέκκας E. et al (2009). Φυσικές καταστροφές. Μάθε ...και προφυλάξου. Ρόδος, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Δωδεκανήσου.

    Λέκκας Ε., Αντωναράκου Α., Κυριαζή Ε., Αλεξούδη Β.(2021). Διαχείριση κινδύνων καταστροφών και κρίσεων, Ενότητα 6: Πλημμύρες. Αθήνα, ΙΝΕ - Ινστιτούτο Εργασίας Γ.Σ.Ε.Ε.

    Σαπουντζάκη Κ., Δανδουλάκη Μ. (2015). Κίνδυνοι και καταστροφές. Έννοιες και Εργαλεία Αξιολόγησης, Προστασίας, Διαχείρισης. Αθήνα. Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα www.kallipos.gr Σ.Ε.Α.Β.

    Σούλιος Γ. (2010). Γενική Υδρογεωλογία. Α΄ Τόμος. Θεσσαλονίκη. University Studio Press, Εκδόσεις Επιστημονικών Βιβλίων και Περιοδικών.

     

    Ηλεκτρονικές πηγές:

    https://www.who.int/

    http://www.opengov.gr/yptp/?p=1253

    https://edcm.edu.gr/images/news/hdrrf/presentations2020/236-Vouvalidis_HDRRF2020_Flood-Protection-Athens.pdf

    https://www.eca.europa.eu/Lists/ECADocuments/SR18_25/SR_FLOODS_EL.pdf

    http://geodata.gov.gr/organization/hydroscopehttp://www.hydroscope.gr/

    http://geodata.gov.gr/maps/?package=778423ef-c344-438a-8f45-69a60eac02af&resource=8a6f7eb8-2a03-4edd-8eb7-1e6d10ab5785&locale=el


    Επιμέλεια στο Γλωσσάρι - Ορισμοί:

    • Βλάχος Ιωάννης, Υπεύθυνος Πολιτιστικών Θεμάτων ΔΔΕ Αχαΐας
    • Ιππέκη Βασιλική, Υπεύθυνη Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΔΠΕ Δυτ. Θεσσαλονίκης
    • Ριφάκη Νικολέτα, Αναπληρώτρια Υπεύθυνη ΚΠΕ/ΚΕΠΕΑ Ελευθερίου Κορδελιού & Βερτίσκου